|
|
«Στο
σταυροδρόμι της γειτονιάς»
Βάιος
Φασούλας
Το πεζογράφημα αυτό, αναδύει
παραστατικά την εικόνα της
μεταπολεμικής εποχής. Αποδίδει
ηθογραφικά τον τρόπο ζωής των ανθρώπων
της επαρχίας, που διατηρούν τις
παρωχημένες εθιμικές συνθήκες.
Προβάλλεται το ήθος τους με
αυθεντικότητα. Οι χαρακτήρες
ζωντανεύουν περισσότερο στους μεταξύ
τους διαλόγους που κινούν και τα νήματα
της εξέλιξης της ιστορίας.
Οι περιγραφές του τοπίου γλαφυρές με
τη χρήση των λέξεων και το συνταίριασμά
τους ενισχύουν το λυρισμό. Κοσμητικά
επίθετα, μεταφορές, παρομοιώσεις
διανθίζουν το λόγο. Τα στοιχεία της
φύσης προσωποποιούνται, συμμετέχουν
στις συναισθηματικές εξάρσεις των
προσώπων. Τα περιγραφικά μέρη
διαπνέονται από τις επιδράσεις του
ρομαντισμού. Το ειδυλλιακό στοιχείο
εδράζει με την επιμονή στη χρήση του
επιθέτου, των πλούσιων εκφραστικών
σχημάτων. Χρησιμοποιείται μακροπερίοδος
λόγος, ενώ τα εκτιθέμενα δεδομένα της
τοπιογραφίας διαδέχονται το ένα το άλλο
σε μια λογική σύνδεση, ακόμα και με βάση
τη χρονική διαδοχή. Ο αναγνώστης έχει
την εντύπωση ότι περπατά ψηλαφώντας
όλες τις περιοχές κοντά στον Κόζιακα.
Απομένει μια πληρότητα στην κατανόηση
του χώρου, παρόλη την πολυπλοκότητα που
αναδύει. Οι διαπροσωπικές σχέσεις στην
επαρχία αποδεικνύουν πάγιες
συμπεριφορές, τυποποιημένες
αναγκαστικά, εξαιτίας των καθιερωμένων
απαιτήσεων, των κοινωνικών συμβάσεων. Ασκείται
ωστόσο και μια κριτική στον επικρατούν
τύπο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
Προβάλλεται η διαφοροποίηση των ομάδων
με βάση την οικονομική τους κατάσταση
και τονίζεται έτσι το κοινωνικό χάσμα
αγεφύρωτο. Ο κοινωνικός ρεαλισμός είναι
έκδηλος μέσα από την έκφραση των
προβλημάτων της φτωχολογιάς και των
διεξόδων που αναγκαστικά επιλέγονται.
Οι ακρότητες στις επιλογές αυτές
ενισχύουν τον καθορισμό μιας
συγκεκριμένης κοινωνικής δομής.
Ενδεικτικά χρησιμοποιείται το
τοπικό ιδίωμα στα διαλογικά μέρη,
προκειμένου να αποδοθεί η αυθεντικότητα
των χαρακτήρων και των συνθηκών, ιδίως
το πολιτιστικό προφίλ της κοινωνίας.
Έντονα ηθογραφικά στοιχεία αντλούνται
από την ολοκληρωμένη εικόνα του
παραδοσιακού πολιτισμού. Το χιούμορ
εδράζει σε σημεία, όπου αναδεικνύεται
μια πάγια τακτική των διαπροσωπικών
δοσοληψιών. Σατιρικά στοιχεία έντονα
αναφαίνονται συνάμα με την αμεσότητα
που εκφράζουν οι ανθρώπινοι τύποι.
Οι εναλλαγές αμιγών παρελθοντικών
χρόνων (Παρατατικού, Αορίστου,
Υπερσυντελίκου), που εκφράζουν την
εξακολουθητική και τη στιγμιαία δράση,
με τον ιστορικό Ενεστώτα, που τονίζει
την παραστατικότητα των γεγονότων,
ενισχύουν την αλληλοδιαδοχή των
ιστορούμενων και την ομαλή ροή του μύθου.
Έτσι το έργο διαπνέεται από ζωντάνια και
παραστατικότητα που κρατά αμείωτο το
ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Τα παιχνίδια των παιδιών, η παρουσία
τους στον κόσμο των μεγάλων συνιστούν το
πρόσωπο της κοινότητας με τις
ιδιαιτερότητές της. Αποδίδεται η
ποιότητα της ελληνικής υπαίθρου στο
παρελθόν και οι άρρηκτες σχέσεις των
μελών της με την παράδοση. Η ροή του
λόγου εύρυθμη ενισχύει το λυρισμό στην
περιγραφή. Ο
έρωτας παραγκωνισμένος και κρυφός,
εξαιτίας των ηθικών επιταγών της εποχής,
έντιμος ωστόσο με κατάληξη το γάμο.
Ανέντιμος όταν υποκινούνταν από τη
χυδαιότητα των προθέσεων. Πρωτοστατεί
πάντως ως αξία διαχρονική, περισσότερο
εμφαντικά μέσα από τα ρυθμικά λαϊκά
άσματα που καταγράφονται.
Έντονες οι κινητικές εικόνες
ενισχύουν τη διαδοχή των παραστάσεων. Η
κίνηση μάλιστα εκφράζει και τα
συναισθήματα των ηρώων, το χαρακτήρα
τους μέσα από αντιδράσεις στιγμιαίες.
Μια πλειάδα προσώπων παρελαύνει από το
βιβλίο. Εμφανής η ομαδοποιημένη
συμπεριφορά, που παραπέμπει σε πάγιες,
καθολικά αποδεκτές αντιλήψεις, δοξασίες. Η
παράθεση τραγουδιών ευχερώς πιστοποιεί
το πολιτιστικό υπόβαθρο της
παραδοσιακής κοινωνίας, ενώ αποτελεί
αναγκαία ακολουθία των περιγραφόμενων
περιστατικών και απόδειξη του
ταμπεραμέντου των προσώπων. Υπάρχει
επίδραση απ’ το δημοτικό τραγούδι όσον
αφορά την ομοιοκαταληξία σε κάποια
σημεία, τις παρηχήσεις, το διασκελισμό
και τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Παρακολουθεί
έτσι κανείς στιγμιότυπα από τη γειτονιά
και τις σχέσεις των ανθρώπων που ζούσαν
εκεί. Η μετακατοχική περίοδος έχει
αφήσει ανεξίτηλα σημάδια όχι μόνο στη
μνήμη τους, αλλά και στην ιδιοσυγκρασία
τους. Εμφανής είναι ο κοινωνικός
σχολιασμός μέσα απ’ την παράθεση του
αδιέξοδου της φτώχειας, της εξαθλίωσης
συνάμα με τη συμπαγή ομάδα που, με την
πάροδο του χρόνου, ακόμα περισσότερο
ενισχύει τους δεσμούς της. Για
το σύγχρονο αναγνώστη αποτελεί ένα
γραφικό μωσαϊκό της εποχής εκείνης που
αναδεικνύει το παραδοσιακό σκηνικό και
την ψυχοσύνθεση των Ελλήνων βάσει της
ιστορικής και κοινωνικής δομής των
περιοχών. Το κείμενο είναι πολύ
επεξεργασμένο, διάτρητο από τη
ζωτικότητα των προσώπων και τις
γρήγορες εναλλαγές των παραστάσεων που
κινούν την προσοχή και του πιο
απαιτητικού αναγνώστη. Έδεσσα
28/08/2006 Ελευθερία
Μπέλμπα, Φιλόλογος -Συγγραφέας –Κριτικός |