|
|
Μάρτιος 2011 | |
Καναδάς:
Προσφυγή στις Κάλπες.
Ο
Καναδάς συνεχίζει να παραμένει ένα
πρότυπο σεβασμού των Άγγλοσαξονικών
δημοκρατικών πολιτικών παραδόσεων στο
χώρο της Βόρειας Αμερικής. Οι εκλογές
έρχονται, κατά τακτά χρονικά διαστήματα
να επιβραβεύσουν ή και να τιμωρήσουν
εκείνους που άσκησαν την εξουσία της
χώρας, ανάλογα με τις επιτεύξεις ή και
τις παραλήψεις τους. Το τελευταίο
διάστημα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του
Καναδά, κατόρθωσε να διοικήσει τη χώρα
κάτω από συνθήκες κυβέρνησης μειοψηφίας,
με την ανοχή δηλαδή και την στήριξη των
κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο
πρωθυπουργός κ. Χάρπερ, το διάστημα αυτό
κατόρθωσε να επιδείξει πολιτικές αρετές
και ένα μοναδικό πολιτικό κριτήριο, με
τα οποία οδήγησε τη χώρα με μεγάλη τέχνη
μέσα από τις δύσκολες και επικίνδυνες
συμπληγάδες της μεγαλύτερης
οικονομικής κρίσης που γνώρισε η
διεθνής κοινότητα, μετά την περίοδο της
προπολεμικής μεγάλης οικονομικής
καταστροφής. Το σπουδαιότερο είναι ότι
κάτω από συνθήκες εξαιρετικά αντίξοες η
κυβέρνηση του κ. Χάρπερ, κράτησε τον
Καναδά σε ένα επίπεδο κοινωνικό και
οικονομικό που έκανε να ζηλέψουν όλοι οι
σύμμαχοι και αντίπαλοι μας. Παραμείναμε
στην κορυφή της κλίμακας των
ανεπτυγμένων οικονομιών της γης. Kατορθώσαμε
να ελέγξουμε την οικονομία, την ανεργία,
και να διατηρήσουμε το σύστημα των
κοινωνικών επιδομάτων προς τα
ασθενέστερα στοιχεία της κοινωνίας μας.
Παρά το γεγονός των κατηγοριών της
αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση δεν
ενδιαφέρεται για τον μέσο Καναδό, η
αλήθεια είναι ότι κάτω από το βάρος
δύσκολων οικονομικών συνθηκών, η
κυβέρνηση κατόρθωσε να διατηρήσει τα
κοινωνικά βοηθήματα σε επίπεδα
ανθρώπινα. Επέδειξε πνεύμα συνεργασίας
και συνεννόησης με τις επαρχιακές
κυβερνήσεις της ομοσπονδίας, και μέσα σε
σχετικά μικρό χρονικό διάστημα επέφερε
αλλαγές στη νομοθεσία, απαραίτητες για
την αντιμετώπιση των καθημερινά
εναλλασσόμενων κοινωνικών
αναγκών. Στον τομέα των σχέσεών μας
με τους γείτονες, ο Καναδός πρωθυπουργός,
προσπάθησε να διατηρήσει άριστες
σχέσεις με την Αμερικανική διοίκηση, η
οποία από την δική της πλευρά
αντιμετώπιζε τεράστια οικονομικά
προβλήματα τα οποία απειλούσαν και
συνεχίζουν να απειλούν την ευρωστία και
πρόοδό της. Το πρόβλημα είναι ότι μέσα
στα πλαίσια αυτών του των προσπαθειών
υπήρξαν και περιπτώσεις που ο Καναδός
πρωθυπουργός απέφυγε να ενημερώσει το
κοινοβούλιο. Ένα γεγονός το οποίο με τον
καιρό δημιούργησε συνθήκες μη ανοχής
από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η
τελευταία, από την δική της πλευρά, και
παρά την δεδηλωμένη θέλησή της να
συνδράμει με την ανοχή της την
προσπάθεια του πρωθυπουργού να
συνεχίσει το έργο του,
με αφορμή τον προϋπολογισμό του
τρέχοντος έτους 2011, και την απροθυμία
του κ. Χάρπερ να προβεί σε μεγαλύτερες
κοινωνικές επιδοτήσεις, κυρίως όμως την
απροθυμία εκείνου να ενημερώσει την
εθνική αντιπροσωπεία γύρω από τις
αποφάσεις και ενέργειες του πάνω στις
διεθνείς σχέσεις και εμπλοκές της χώρας
διεθνώς, προχώρησε σε κατάθεση πρότασης
μομφής εναντίον της κυβέρνησης και του
πρωθυπουργού. Την πρόταση υποστήριξαν
από κοινού τα τρία κόμματα της
αντιπολίτευσης τα οποία διατηρούν την
κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην εθνική
αντιπροσωπεία. Έτσι λοιπόν και παρά τις
προσπάθειες της κυβέρνησης να αποφύγει
τον σκόπελο των γενικών εκλογών, σε μία
περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας και
διεθνούς πολιτικής ρευστότητας, (με έναν
πόλεμο ο οποίος άρχισε στην Λιβύη και
στον οποίο συμμετέχει και ο Καναδάς, και
έναν προηγούμενο στο Αφγανιστάν όπου
περισσότεροι από εκατό Καναδοί
στρατιώτες πλήρωσαν με τη ζωή τους μέχρι
σήμερα), στην
ψηφοφορία που ακολούθησε, αποδείχθηκε
ότι η κυβέρνηση του κ. Χάρπερ έχασε την
εμπιστοσύνη του σώματος. Τα γεγονότα από
την ώρα εκείνη εξελίχθηκαν
ραγδαία καθώς ο πρωθυπουργός ζήτησε
από τον Γενικό Κυβερνήτη να διαλύσει το
κοινοβούλιο και να προκηρύξει γενικές
εκλογές. Η εισήγηση του έγινε δεκτή και
οι εκλογές καθορίστηκαν για την Δευτέρα
2 του Μάη, 2011. Οι μέχρι σήμερα
δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία
του εκλογικού σώματος προσανατολίζεται
προς τους Συντηρητικούς του κ. Χάρπερ. Από
την δική τους πλευρά οι αρχηγοί της
αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Ιγνάτιεφ
και Λέϋτον, ελπίζουν να κατορθώσουν να
μεταπείσουν τις μάζες των ψηφοφόρων
ώστε να προτιμήσουν το δικό τους
κόμμα. Εκείνος πάντως που φαίνεται να
περιμένει πολιτικά κέρδη από αυτή την
πολιτική αναμέτρηση είναι ο ηγέτης των
σοσιαλιστών του NDP του οποίου η
προσωπική προτίμηση στις δημοσκοπήσεις
εμφανίζεται να πιάνει τα ίδια ποσοστά με
τον πρωθυπουργό. Η
αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση
του κ. Χάρπερ ότι το παθητικό σκέλος του
ισολογισμού το 2009, όταν ανήλθε στην
εξουσία ήταν 5.8 δις. Δολάρια, και ότι δύο
χρόνια αργότερα, σήμερα, αυτό ανέρχεται
στα 40.5 δισεκατομμύρια. Τους αριθμούς
αυτούς δεν φαίνεται να αρνείται η
κυβέρνηση, πλην όμως εξηγεί ότι είναι
αποτέλεσμα των οικονομικών μέτρων που
υποχρεώθηκε να λάβει προκειμένου να
βοηθήσει την χώρα να ξεφύγει από την
κρίση. Όπως όμως και εάν έχει η κατάσταση
η πραγματικότητα είναι μία, τώρα ο λόγος
έχει δοθεί στους Καναδούς πολίτες
προκειμένου να κρίνουν και να
αποφασίσουν για το έργο της κυβέρνησης
και της αντιπολίτευσης, από δε την δική
τους ετυμηγορία θα εξαρτηθεί εάν ο κ.
Χάρπερ θα συνεχίσει την διοίκηση της
χώρας, ή κάποιος άλλος θα τον
αντικαταστήσει σε αυτήν. Το βέβαιο
πάντως είναι ότι κάτω από τις σημερινές
οικονομικές και πολιτικές συγκυρίες οι
εκλογές αυτές, κάθε άλλο παρά, ήταν
απαραίτητες. “Πατρίδες”
|