Οι Πομάκοι στη Θράκη

 

Του Θεοφάνη Μαλκίδη

Δόκτορος κοινωνιολογίας

Δημοκριτείου Πανεπιστμίου Θράκης

 

Ο Ν. Αβτζίογλου, αναγνωρίζει τους Πομάκους ως ξένη προς τους Τούρκους εθνότητα, ενώ ο Γ. Ερτζάν τονίζει ότι οι Πομάκοι ήταν η τρίτη μεγάλη πληθυσμιακή ομάδα της χερσονήσου του Αίμου, μετά τους Αλβανούς και τους Βόσνιους, που προσχώρησε στο ισλάμ. Προσθέτει ότι, ενώ στην Ανατολία εξισλαμισμός σήμαινε εκτουρκισμό, αντίθετα στη χερσόνησο του Αίμου η αλλαξοπιστία δεν οδηγούσε πάντα στην αλλαγή της εθνικότητας.  Από την άλλη η  επίσημη τουρκική θέση χαρακτηρίζει τους Πομάκους τουρκικής καταγωγής και τους αποκαλεί «ορεινούς ομογενείς του βαλκανικού βραχίονα».1 Είναι χαρακτηριστικό ό,τι δεν μπορεί να καταστραφεί από την πομακική ταυτότητα  χαρακτηρίζεται ως τουρκικό. 2 Σύμφωνα με την ελληνική ιστοριογραφία οι Πομάκοι προέρχονται από την αρχαία θρακική φυλή των Αγριάνων.3 Εθνολογική έρευνα υποστηρίζει ότι οι σλαβόφωνοι Πομάκοι είναι απόγονοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, αυτόχθονος πληθυσμού. Η λέξη Πομάκος κατά μεν τους Βούλγαρους προέρχεται από τη βουλγαρική λέξη pomagam = βοηθώ, εξαιτίας της βοήθειας προς τους Τούρκους κατά των Βουλγάρων το 1876, κατά δε τους Έλληνες πιθανόν να προέρχεται από τη λέξη πομάξ = πότης και συμπορεύεται με την παλαιά συνήθεια των Θρακών να πίνουν.4 Ξένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οι Πομάκοι είναι εξισλαμισμένοι και εκσλαβισθέντες γλωσσικώς απόγονοι ή τα τελευταία υπολείμματα των αρχαίων Θρακών και ότι έχουν φλέβα ελληνική.5

 

Οι Πομάκοι και οι κρατικές  πολιτικές

 

Κατά την τελευταία απογραφή (2001) και σύμφωνα με τα προσωρινά αποτελέσματά της ο συνολικός πληθυσμός της Θράκης ανέρχεται σε 355.000 κατοίκους. Εξ αυτών 241.000 είναι ορθόδοξοι και 114.000 μουσουλμάνοι. Οι μουσουλμάνοι διακρίνονται σε 36.000 Πομάκους (23.000 στο νομό Ξάνθης, 11.000 στο νομό Ροδόπης, 2.000 στο νομό Έβρου), 24.000 αθίγγανους (από 9.000 στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης και 2.000 στο νομό Έβρου) και 54.000 τουρκοφανείς-τουρκογενείς (10.000 στο νομό Ξάνθης, 42.000 στο νομό Ροδόπης και 2.000 στο νομό Έβρου). Από τους Πομάκους της Ξάνθης περί τους 700 έχουν τουρκική φυλετική ρίζα. Στη Βουλγαρία οι Πομάκοι ανέρχονται σε 100.000 περίπου.6  Η Συνθήκη της Λωζάνης, το νομικό κείμενο που καθορίζει την παραμονή των μουσουλμάνων στην Ελλάδα, αναφερόταν και αναγνώριζε την ύπαρξη μιας μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη χωρίς ειδικότερη αναφορά στην ιδιαίτερη εθνοτική, πολιτισμική ταυτότητα και προέλευση των επιμέρους μειονοτικών ομάδων που τη συνέθεταν. Μετά όμως και κυρίως από το 1952 (ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ), η ταυτότητα των τριών μουσουλμανικών μειονοτήτων (Πομάκων, τουρκοφανών και Ρωμά) καθοριζόταν από τα ισχύοντα γεωστρατηγικά δόγματα και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη της περιοχής. Πρώτο θύμα αυτής της πολιτικής υπήρξε η ομάδα των Πομάκων. Αρχές της δεκαετίας του 1950 το ελλαδικό κράτος, στα πλαίσια της πολιτικής του ψυχρού πολέμου και της διαίρεσης σε συνασπισμούς, ανεχόταν ή προωθούσε την τουρκοποίησή τους. Με την όξυνση όμως των σχέσεων αργότερα με την Τουρκία αλλάζει την πολιτική του. Από εδώ και πέρα τους προτιμούσε Βούλγαρους παρά Τούρκους. 'Έτσι οι Πομάκοι δεν έζησαν σε συνθήκες που να τους επιτρέπουν να αναπτύξουν και διατηρήσουν τις παραδόσεις τους, την ιδιαίτερη πολιτισμική τους ταυτότητα. Το ελληνικό κράτος δεν παρείχε βοήθεια για τη διατήρηση της μνήμης των παραδόσεων και του παρελθόντος των Πομάκων, που καλύπτεται ακόμη από μεγάλα κενά.

Σε καθαρά θρησκευτικό επίπεδο, η απομόνωσή τους ανάμεσα σε δύο χριστιανικούς λαούς (Βούλγαρους και Έλληνες), τους ώθησε προς την πλησιέστερη ισλαμική χώρα την Τουρκία. Τη σφοδρή αντίθεση των πρώτων κεμαλικών δεκαετιών ακολούθησε η συμφιλίωση με τη νέα πραγματικότητα. Η Τουρκία ήταν  η ισχυρή δύναμη, που είχε τη δύναμη να επιβάλει τη θέληση της και εκτός των συνόρων της, με αποτέλεσμα να διευκολυνθεί ψυχολογικά η κλίση των Πομάκων προς αυτήν.

Η ελληνική τακτική εξομοίωσης, σε όλο το επίπεδο, των Πομάκων με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους, συνέβαλε στη σφυρηλάτηση της συνοχής και της ανάπτυξης ισχυρών ψυχολογικών δεσμών μεταξύ των αλλογενών, αλλά ομόθρησκων τμημάτων της μειονότητας. Οι όποιες διαθέσεις Πομάκων, σε ατομικό ιδίως επίπεδο, για προσέγγιση με την αλλόθρησκη Ελλάδα προσέκρουαν στην αμηχανία των τοπικών αρχών, που αξιοποιούσαν για αλλότριους σκοπούς τέτοιες σχέσεις. Η έλλειψη κατανόησης και ευαισθησίας προλείαναν το έδαφος για το μειονοτικό επεκτατισμό των Τουρκοφανών.

 

Η γλώσσα

 

Τα πομακικά, ένα βάσει σλαβογενές ιδίωμα, που μέχρι πρόσφατα μιλιόταν προφορικώς, άρχισε τελευταία να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον μελετητών και ήδη εκδόθηκαν πρώτες περιγραφές της δομής και του λεξιλογίου των πομακικών στην Ελλάδα. Παρατηρείται ότι η πομακική γλώσσα στην ανατολική περιοχή της Θράκης έχει επηρεασθεί από την τουρκική γλώσσα, ενώ αντίθετα στο δυτικό τμήμα της από τη βουλγαρική, ενώ πάμπολλες είναι οι ελληνικές λέξεις.7

Η πομακική είναι γλώσσα, που τελεί υπό ποικιλόμορφο διωγμό και οι φορείς της θύματα πολιτισμικής γενοκτονίας. Η περιορισμένη γεωγραφική της έκταση ή η δημογραφική βαρύτητα του πληθυσμού που τη μιλά, δεν της στερεί το δικαίωμα στην ύπαρξη, όπως αντίστοιχα και της γλώσσας των Ρωμά

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τα ψηφίσματά του  για την ανάγκη προστασίας της ευρωπαϊκής λαϊκής κληρονομιάς, και το Συμβούλιο της Ευρώπης, με τη διακήρυξή του  για τις τοπικές γλώσσες, εκφράζουν την ευαισθησία των λαών, για τη διατήρηση του ευρωπαϊκού πολιτιστικού και γλωσσικού πλούτου, του οποίου ένα ζωντανό κύτταρο αποτελούν και οι Πομάκοι. Μέσα, στο διεθνές κλίμα και την ευαισθησία που διακρίνει τους ευρωπαϊκούς λαούς, προστίθεται η ελληνική γλωσσική παραφωνία, κατοχυρωμένη μάλιστα με δύο διμερή ελληνοτουρκικά μορφωτικά πρωτόκολλα.

 

Η εκπαίδευση

 

Η Θράκη παρουσιάζει το χαμηλότερο ποσοστό πτυχιούχων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και το μεγαλύτερο ποσοστό αναλφαβητισμού, με μεγάλη απόκλιση από τις άλλες περιφέρειες της χώρας.  Είναι  χαρακτηριστικό ότι, ενώ το μέσο πανελλαδικό ποσοστό των Ελλήνων που δεν ολοκλήρωσαν την 9χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση δεν ξεπερνάει το 57%, στη Θράκη φθάνει κατά μέσο όρο στο 72%, με ιδιαίτερη απόκλιση στον Νομό Ροδόπης, στον οποίο οι 8 στους 10 κατοίκους δεν έχουν απολυτήριο του υποχρεωτικού σχολείου.  Ο κυρίαρχος λόγος της σημαντικής αυτής ανισότητας, που εκδηλώνεται με τη μορφή της εκπαιδευτικής και μορφωτικής διαφοροποίησης, εκκολάπτεται στο έδαφος της εξαιρετικά χαμηλής συμμετοχής των μουσουλμανικών μειονοτήτων της Θράκης στη δευτεροβάθμια (γυμνάσιο - λύκειο) και τριτοβάθμια εκπαίδευση. 

Τα παιδιά των Πομάκων μιλούν στο σπίτι τους τη μητρική τους γλώσσα και όταν πηγαίνουν στο σχολείο υφίστανται ένα γλωσσικό ευνουχισμό από το μουσουλμάνο δάσκαλο, που τους διδάσκει την τουρκική και τον χριστιανό που τους διδάσκει την ελληνική. Η μόνη που δεν διδάσκονται είναι η πομακική, την οποία το μειονοτικό σχολείο την απορρίπτει, σφραγίζοντας από την παιδική ηλικία τα παιδιά των Πομάκων με το στίγμα της απαξίωσης, της υποτίμησης, της κατωτερότητας.

Από το  1995 ορίζεται με νόμο από το Υπουργείο Παιδείας ένα ειδικό ποσοστό θέσεων (0,5%) οι οποίες προορίζονται για την εισαγωγή σε ΑΕΙ και ΤΕΙ αποφοίτων λυκείου που προέρχονται από τις μουσουλμανικές μειονότητες.  Η ενέργεια από τη μεριά της ελληνικής πολιτείας, όταν δεν συνοδεύεται από αλλαγές στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δεν μπορεί να «αφοπλίσει» την εκπαιδευτική πορεία των μουσουλμάνων μαθητών, που δεν βοηθούνται να γνωρίσουν καλύτερα την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν αρκετοί από αυτούς τις σπουδές τους. Ενώ  στα δημοτικά σχολεία, που φοιτούν μουσουλμάνοι μαθητές, καλύπτουν ένα ποσοστό της τάξης του 50% όλων των δημοτικών της Θράκης, τα νηπιαγωγεία φθάνουν το 5% και τα γυμνάσια - λύκεια δεν ξεπερνούν το 20%.8

Οι Πομάκοι μαθητές είναι θύματα της ιστορικής συγκυρίας και της εκπαιδευτικής διαδικασίας9, που τους επιβάλλει αναπόφευκτα την εκμάθηση της επίσημης ελληνικής αλλά και της τουρκικής σε βάναυση και αναιτιολόγητη αντικατάσταση της οικογενειακής. Η διαδικασία αυτή έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχική και διανοητική ανάπτυξη των παιδιών, που δεν καθίστανται απλά δίγλωσσα, αλλά τρίγλωσσα, (αραβική για το κοράνι) τετράγλωσσα (μαζί και τα πομακικά) και από την τετάρτη δημοτικού και πεντάγλωσσα (αγγλική), χωρίς εντούτοις η μητρική γλώσσα να αναγνωρίζεται και να διδάσκεται. Η μητρική απορρίπτεται στο δημοτικό σχολείο, οι μαθητές ντρέπονται γι’ αυτήν, τους εμπεδώνεται η άποψη ότι η γλώσσα τους δεν έχει καμια αξία, γι’ αυτό και πρέπει να μάθουν άλλες και άρα να υφίστανται θεμελιακή προσβολή ως ανθρώπινα όντα.

 

Ο κοινωνικός αποκλεισμός των Πομάκων

 

Σημαντικοί σταθμοί στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις, υπήρξαν η υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας του 1930 και τα Μορφωτικά Πρωτόκολλα του 1951 και 1968, με τα οποία αναγνωρίστηκε, για άλλη μία φορά, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης, ως μοναδική μειονοτική γλώσσα η τουρκική και επαναβεβαιώθηκε το νομικό πλαίσιο, που απέκλειε την επίσημη αναγνώριση της πομακικής. 

            Ο χρόνος και η επιμονή έφεραν δυσμενή αποτελέσματα ιδιαίτερα σε όσους μετανάστευσαν στα πεδινά, όπου εισήλθαν σε νέες πολιτισμικές και οικονομικές πραγματικότητες: συγκατοίκησαν σε μικτούς οικισμούς ή συνοικίες και συχνά διασταυρώθηκαν με τους τουρκοφανείς. Την αλλοτρίωση τους την προώθησαν οι συλλογικές παραστάσεις και η διαβίωση στα  αστικά και ημιαστικά κέντρα (τουρκόφωνα μέσα μαζικής ενημέρωσης, κοινωνική – θρησκευτική ζωή κ.α.). Κυρίαρχη αποβαίνει η τουρκική, ως εξυπηρετούσα τις περισσότερες οικονομικο-κοινωνικές σχέσεις και με το γόητρο που της προσδίδει η διδασκαλία στα σχολεία. Ταυτόχρονα θεωρείται  παρακινδυνευμένη η χρήση της προγονικής γλώσσας, γιατί μπορεί να προκαλέσει την οργή των φανατικών10 που δεν παύουν να επισημαίνουν, ότι αυτή αμφισβητεί από μόνη της την ενιαία και αδιαίρετη τουρκική ταυτότητα των μελών της μειονότητας.

Το πολιτικοκοινωνικό κλίμα στην πομακική κοινωνία  χαρακτηρίζεται από τη διάχυτη και ασφυκτική καταπίεση του πληθυσμού από τους μηχανισμούς της Τουρκίας. Η ελευθερία έκφρασης τελεί υπό διωγμό και οι Πομάκοι μόνο κατ’ ιδίαν και υπό προϋποθέσεις εκμυστηρεύονται αυτά που ποτέ δε θα τολμούσαν να διατυπώσουν δημοσίως.

Όλο και περισσότεροι νέοι των ορεινών και απομακρυσμένων περιοχών εγκαταλείπουν την αγροτική κοινωνία και εγκαθίστανται στις πεδινές κωμοπόλεις και πόλεις της Θράκης, αλλάζοντας συχνά επαγγελματική απασχόληση και δημιουργώντας τη δική τους πυρηνική οικογένεια.

Στην πομακική κοινωνία η κοινωνική κινητικότητα βρίσκεται σε χαμηλά έως μηδενικά επίπεδα, η ανάδειξη των προσώπων πραγματοποιείται με εξωγενείς και όχι κοινωνικές παρεμβάσεις, οι ρόλοι παραδίνονται από μια γενιά στην άλλη σχεδόν άφθαρτοι και αναλλοίωτοι. Αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, όπου όχι μόνο σημειώνονται έντονα φαινόμενα αποκλεισμού, αλλά υποβόσκουν και εντείνονται οι ενδομειονοτικές διαμάχες μεταξύ της Πομακικής ομάδας, που συγκρούεται με την τουρκοφανή και η τουρκοφανή, που συγκρούεται με την αθιγγάνικη.

 

Συμπερασματικά

 

Μια νέα πολιτική για τις μειονότητες στη Θράκη οφείλει να τις καθορίζει, να τις χαρακτηρίζει ως τέτοιες, με βάση όχι τη θρησκευτική όσο την πολιτιστική και εθνική τους ταυτότητα. Με βάση την ιστορία, τις παραδόσεις, την πολιτιστική τους κληρονομιά, τη γλώσσα. Αυτή η προσέγγιση διακρίνει, διαχωρίζει στο χώρο της  Θράκης, όχι μια μουσουλμανική θρησκευτική, αλλά τρεις διαφορετικές πολιτισμικές οντότητες. Σύμφωνα με αυτές τις αρχές, οι Πομάκοι της Θράκης έχουν  δικαίωμα σε όλες εκείνες τις συνθήκες και τα μέσα γνώσης, επαναπόκτησης, της ιστορίας, του πολιτισμού, της κουλτούρας, της γλώσσας, της ταυτότητάς τους.

Ο χώρος της Θράκης θα μπορούσε να αποτελέσει τον πρώτο πυρήνα - χώρο μιας ελεύθερης εθνικά, πολιτισμικά και κοινωνικά ζωής για τους Πομάκους. Μένει στο ελλαδικό κράτος, την ελληνική κοινωνία να δημιουργήσει όλες εκείνες τις αναγκαίες συνθήκες διατήρησης και ανάπτυξης της ιδιαιτερότητάς τους.

Η μελέτη αλλά και η ιστορική διάσωση των μειονοτικών ομάδων και ιδιαίτερα των Πομάκων, που υφίσταται μια μεγάλη αλλοίωση της ταυτότητάς τους,  αποτελεί σημαντικό γεγονός για την επιστήμη αλλά και δείκτη υψηλού πολιτισμικού επιπέδου αφού μια πολιτισμένη κοινωνία αποτελεί εκείνη που σέβεται και προστατεύει κάθε μορφής κοινωνική, πολιτιστική, θρησκευτική και εθνοτική διαφορετικότητα. 

 

Σημειώσεις

 

1Avcioglu Dogan Turkleri tarihi, cilt Α', Istanbul 1989, σελ. 40 και Yavuz E. Devsirme sorunu. Belleten, cilt L (sα. 198), Ankara 1987, σελ.679-725. Σε τουρκικό σχολικό εγχειρίδιο της Β΄ λυκείου, οι Πομάκοι καταχωρούνταν ως Βούλγαροι που εξισλαμίστηκαν  (Νurettin S. Cografyasi, cilt 2, Istanbul 1966, σελ. 11).  Σλάβους τους θεωρεί και ο Κεμάλ Καρπάτ, στο έργο του Αn inquiry into the social foundations of nationalism in the Ottoman State. vol.Α, ρ.160, Princeton 1973, καθώς και στο Ottoman Population 1830-1914, 1985, p. 49 κ.ά. Στην εγκυκλοπαίδεια της εφημ. Μilliyet (1991), στον Γ' τόμο. σελ.770, οι Πομάκοι προσδιορίζονται ως εξισλαμισμένοι Βούλγαροι. Ο καθηγητής Μεχμέτ Γκιονλιούμπολ. στο έργο του Uluslararast Politika, ερμηνεύοντας τη διαμόρφωση των εθνοτήτων στη Χερσόνησο του Αίμου, χαρακτηρίζει τους Πομάκους ως Βούλγαρους (Ankara 1993, σελ.337).

2Την τάση αυτή εκφράζει το βιβλίο του Dede A. Bati Trahya folklorou 1978, το περιοδικό  Bati Trahya’nin Sesi, τεύχος 1, Kasιm - Αralik 1987, Istanbul, και η πρόσφατη έκδοση με συλλογή δημοτικών τραγουδιών των Resit S. Osman H. A. Bati Trakya Turkuleri, Κομοτηνή 1994), βλ. Μουσόπουλος Θ. «Συμπεράσματα από τη μελέτη των δημοτικών τραγουδιών των Πομάκων». Εισήγηση  στο συνέδριο Εθνογενετικές Διαδικασίες στα Βαλκάνια, Κομοτηνή 23-25/9/1994.

3Πρώιμες αναφορές για την αρχαιοθρακική τους καταγωγή, βρίσκουμε σε έργο του Νικολαίδη Β. Les Turks et la Turquie contemporaine, Paris 1859, p.273-276), όπου μιλά για απόγονους της φυλής των Σατρών. Εκείνος, όμως, που προέβαλε περισσότερο τη θεωρία, ήταν ο Σέρβος αρχαιολόγος Στ. Βέρκοβιτς, ο οποίος υποτίθεται ότι ανακάλυψε στην ορεινή Ροδόπη χιλιάδες στίχους από τη σλαβική ποιητική παράδοση με θέματα σχετικά με τον Ορφέα κ.α. (Veda Slovena, Βελιγράδι 1874).

4Βλ. τα έργα Μαγκριώτης Γ. Πομάκοι ή Ροδοπαίοι; Αθήνα 1990 Μυλωνάς Π. Οι Πομάκοι της Θράκης, Αθήνα 1990. Ροδάκης  Π. Οι Θράκες μουσουλμάνοι. Αθήνα 1991. Τσιούμης Κ. Οι Πομάκοι στο Ελληνικό κράτος (1920-1950), Θεσσαλονίκη 1997.  Φωτέας Π.  Οι Πομάκοι της Δυτικής Θράκης, Κομοτηνή 1978 . Χιδίρογλου Π. Οι Έλληνες Πομάκοι και η σχέση τους με την  Τουρκία, Αθήνα 1989.

5Geitler L. Poeticke tradice Thraku i Bulharu. V Praze 1878, σ. 33.

6 Η επιλογή του όρου Τουρκοφανείς, έγινε σε αντικατάσταση του όρου Τουρκογενείς - που κατά  τη μέχρι τώρα τακτική χρησιμοποιείται (και) από την ελληνική πλευρά -, για να αποδοθεί το μη πομακικό και μη ρώμικο (αθιγγάνικο) τμήμα των μουσουλμανικών μειονοτήτων. Το δεύτερο συνθετικό (-γενείς) παραπέμπει σε καταγωγή από το τουρκικό γένος, του οποίου ο προσδιορισμός παρουσιάζει δυσκολίες. Η αντικατάσταση του δεύτερου συνθετικού -γενείς με το -φανείς υποδηλώνει τη μη (απόλυτη) τουρκική καταγωγή και καταγράφει, σε συνδυασμό με το πρώτο  συνθετικό (τουρκο-), τα επίκτητα στοιχεία, όπως η τουρκική γλώσσα και η τουρκική εθνική συνείδηση. Συνεπώς ο όρος αναφέρεται στην καταγωγή και όχι στη συνείδηση της ομάδας που (η συνείδηση), ως στοιχείο, μεταλλάσσεται στην πορεία του χρόνου. Βλ. σχετικά Λιάπης Α. Η υποθηκευμένη γλωσσική ιδιαιτερότητα των Πομάκων. Κομoτηνή 1995.  Με την ίδια σημασία, χρησιμοποίησε τον όρο τουρκοφανείς ο Σκαλιέρης Γ. στο Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας, εν Αθήναις 1922, στην προσπάθεια του να περιγράψει το εθνολογικό μωσαϊκό της Μικράς Ασίας.

7Τα πομακικά, τελευταία έχουν  συγκεντρώνει το ενδιαφέρον Πομάκων και άλλων μελετητών (κυρίως εκπαιδευτικών) και ήδη εκδόθηκαν πρώτες περιγραφές της δομής και του λεξιλογίου των πομακικών στην Ελλάδα. Βλ τα έργα Μουμίν Α.- Χαμδή Ο. Πομανικό Αναγνωστικό. Κομοτηνή 1997, όπου οι συγγραφείς χρησιμοποιώντας το ελληνικό αλφάβητο απ' όπου προήλθαν τόσο το λατινικό όσο και το κυριλλικό αλφάβητο των σλαβικών γλωσσών, οι δύο συγγραφείς προχωρούν μεθοδικά μέσω των γραμμάτων-φθόγγων και σύντομων αντίστοιχων κειμένων στη διδασκαλία της ανάγνωσης και της γραφής της Πομακικής σε ένα πρώτο επίπεδο. Ακόμη βλ. τα έργα  Θεοχαρίδης Π. Πομάκοι .Οι μουσουλμάνοι της Ροδόπης, Ιστορία, καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, λαογραφικά. Ξάνθη 1995, σελ.297. και του ιδίου Πομακο-ελληνικό Λεξικό, Θεσσαλονίκη 1996 α. Ελληνο- πομακικό λεξικό, Θεσσαλονίκη 1996 β.  και Γραμματική της Πομακικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 1996 γ.

Ακόμη βλ. Καραχότζα Ρ. Πομακικο-ελληνικό  Λεξικό, Ξάνθη 1995. Παναγιωτίδης Ν., Οι Πομάκοι και η γλώσσα  τους,  Αλεξανδρούπολη 1997 και τα Συλλογικά, Ελληνοπομακικοί διάλογοι, Ξάνθη 1996, Γραμματική Πομακικής Γλώσσας. Ξάνθη 1996, και Συντακτικό Πομακικής Γλώσσας,  Ξάνθη 1997.

8Βακαλιός Θ., Κανακίδου, Ε., Παναγιωτίδης Ν., Παπαγιάννη, Β. Το πρόβλημα της εκπαίδευσης στη Θράκη. Η περίπτωση της Μουσουλμανικής Μειονότητας με έμφαση στους Πομάκους». Αλεξανδρούπολη 1998.

9Σαρβανάκης Θ. Παράγοντες που επηρεάζουν τους μουσουλμανόπαιδες στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, Αλεξανδρούπολη 1987 και Δημουλάς Γ.Κ. Η γραπτή επικοινωνία και η γραπτή έκφραση χριστιανών και μουσουλμάνων μαθητών των τριών ανώτερων τάξεων Δημοτικών Σχολείων του Ν. Ροδόπης, Κομοτηνή, Νοέμβριος 1991.

10Φωτέα Π. Οι Πομάκοι της Δυτικής Θράκης, Κομοτηνή 1978, σσ. 24 25.

 

Ανακοίνωση στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο «Χώρος και περιβάλλον: Παγκοσμιοποίηση-Διακυβέρνηση-Βιωσιμότητα», Αθήνα,  Πάντειο Πανεπιστήμιο 9-10 Μαρτίου 2002.