|
|
Η
ΕΘΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ
ΑΛΒΑΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
ΣΤΟ ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ
(Συνέντευξη
του κ. Φάνη ΜΑΛΚΙΔΗ του
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
στον δημοσιογράφο, Γιώργο ΜΥΤΙΛΗ
(Βορειοηπειρωτική εφημερίδα
Ελληνισμός ) Τι
είναι αυτό που λείπει από την Εθνική
Ελληνική Μειονότητα της Αλβανίας που
διαρκώς κατρακυλάμε; Είναι
γεγονός ότι η Αλβανία, αν
και αναγνώρισε τυπικά
την ύπαρξη και τα δικαιώματα της
Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, στην
πράξη τα παραβίαζε συνεχώς.
Υπονόμευσε
την συνείδηση και
την ενότητα των
Ελλήνων και
προχώρησε σε μέτρα όπως
ο αποκλεισμός της από κάθε
επικοινωνία με την Ελλάδα, η πλαστογράφηση
της ιστορίας, ο αυθαίρετος ορισμός
της «μειονοτικής ζώνης», ο διωγμός των
θρησκευτικών της αξιών,
η αναδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού με κύρια
πολιτική την αλλοίωση και την
αφομοίωση, την
τρομοκρατία, το
μαζικό εκτοπισμό, τη
φυλάκιση, την
εξορία, το
θάνατο. Μετά
τις καθεστωτικές αλλαγές στην
Αλβανία, ο αριθμός των μελών της
ελληνικής μειονότητας μειώθηκε αφού ένα
μεγάλο μέρος των Ελλήνων μετανάστευσε ή
εξαναγκάστηκε να μεταναστεύσει προς την
Ελλάδα με αποτέλεσμα να μειωθεί
δραματικά ο αριθμός των Ελλήνων. Μεγάλα
προβλήματα όπως η εκπαίδευση
της ελληνικής μειονότητας, η
θρησκευτική της ελευθερία,
η απόδοση στους δικαιούχους των
ιδιωτικών, κοινοτικών και
εκκλησιαστικών περιουσιών,
η μη υλοποίηση από την αλβανική
πλευρά των δεσμεύσεων για τα ανθρώπινα
και μειονοτικά δικαιώματα,
η τρομοκρατία,
παραμένουν
και εντείνονται. Παράλληλα
μέσα στο εθνικιστικό κλίμα
που αναπτύσσεται στην
Αλβανία, μια σειρά από ενέργειες της
αλβανικής κυβέρνησης στράφηκαν κατά της
ελληνικής μειονότητας με στόχο την
οριστική απομάκρυνση του ελληνικού
πληθυσμού. Εκτός
από τις παραπάνω διαπιστώσεις, είναι
γεγονός ότι αυτό που λείπει εδώ και
χρόνια από το χώρο αυτό είναι μια
πρωτοβουλία στο πεδίο της πολιτικής,
η οποία θα βάλει τα προβλήματα
της ελληνικής μειονότητας σε
σύγχρονη τροχιά. Η συζήτηση με
ιστορικούς όρους,
δηλαδή ότι
έγινε αυτό, ή
εκείνο δεν έγινε ή εκείνο το πρόσωπο
ευθύνεται, κλπ, είναι καλή για την
κατανόηση του ζητήματος. Όμως αυτό που
λείπει η σύγχρονη πολιτική
σκέψη και πράξη, η ανάλυση του σήμερα για
να δούμε ποιοι είναι οι στόχοι και τι
μπορεί να γίνει στο μέλλον. Επιπλέον,
υπάρχει το πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου,
το οποίο μετά τη μονομερή ανακήρυξη
δημιουργεί νέα δεδομένα. Αυτό να μην το
αποσυνδέουμε από τις γενικότερες
εξελίξεις στα Βαλκάνια, είναι μείζων
πρόβλημα για τη μελλοντική κατάσταση
για την περιοχή, οπωσδήποτε για την
ελληνική μειονότητα και φυσικά
για όλον τον Ελληνισμό. Ισχύει
ο παραλληλισμός του
ζητήματος του Κοσσυφοπεδίου με το
Βορειοηπειρωτικό και ποιες κινήσεις
πρόκειται να γίνουν σήμερα; Εμάς
μας ενδιαφέρει πλέον αυτό έγινε στο
Κοσσυφοπέδιο, δυστυχώς με τη βία και με
τα πιο ακραία εθνικιστικά μέσα.
Μια μειονότητα στο Κοσσυφοπέδιο
έγινε πλειονότητα, και προέβη σε
μονομερή ανακήρυξη της
ανεξαρτησία της. Από την άλλη μεριά,
υπάρχει μια μειονότητα, η δική μας,
αναγνωρισμένη με δικαιώματα
που σήμερα φθίνει, συρρικνώνεται,
περιθωριοποιείται, η οποία ενώ
αντιμετώπισε πολλές φορές τη βία του
καθεστώτος, συμπεριφέρθηκε
δημοκρατικά, πάντοτε στο πλαίσιο του
κράτους που ζει και διεκδίκησε τα
δικαιώματά της με ειρηνικά μέσα. Η
ελληνική μειονότητα οφείλει να
συνεχίσει με τον ίδιο τρόπο, να αναζητά
την ταυτότητά της και γενικότερα τα
δικαιώματά της με την πολιτική στο
προσκήνιο, αυτή άλλωστε είναι και η
παράδοση του Ελληνισμού.
Επίσης,
προκύπτει ένα ερώτημα: τα δικαιώματα της
ελληνικής μειονότητας
έτσι όπως ορίζονται από
διεθνείς συμβάσεις που έχει
υπογράψει ή που θα υπογράψει στο εγγύς
μέλλον η Αλβανία, προκειμένου να
εισέλθει στην Ευρωπαϊκή
Ένωση και το ΝΑΤΟ, τα σέβεται η όχι;
Μπορούμε να πούμε όχι. Αυτό το δείχνει η
πράξη. Παράλληλα
δεν μπορούμε τώρα, το 2008, να μιλάμε για
Ελληνική Μειονότητα, όπως μιλούσαμε το
1914, ή το 1944. Ήταν άλλες συνθήκες τότε.
Επίσης δεν μπορούμε να αναφερόμαστε με
όρους της περιόδου του Χότζα και της πρώτης διακυβέρνησης
του Μπερίσα. Οφείλουμε
αντιληφθούμε αυτά που
διαδραματίζονται σήμερα στα
Βαλκάνια και να
προτείνουμε άμεσες και υλοποιήσιμες
λύσεις για την ελληνική μειονότητα. Από
το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο ζήτημα
που την απασχολεί. Σ’΄ αυτό το πλαίσιο
θα ήταν καθήκον της ελληνικής
μειονότητας να καλέσει την αλβανική
πολιτεία και τα αλβανικά κόμματα, να
εκφράσουν τις απόψεις τους, τις θέσεις τους. Για
παράδειγμα, γιατί ενώ υπάρχει
τόσος πλεονασμός ενδιαφέροντος για τα
δικαιώματα των Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο,
ενώ στην ίδια την Αλβανία μια μειονότητα
καταπιέζεται και εξαφανίζεται; Αν
έχουν απάντηση και πρόταση, με
ειλικρίνεια και χωρίς υποκρισία
οφείλουν να την καταθέσουν. Από την άλλη
καλείς το ελληνικό κράτος και τα κόμματα
να αναπτύξουν τις θέσεις τους.
Παράλληλα έχεις τη δική σου πολιτική
θέση και τους
λες τι μπορείς να κάνεις σήμερα για το
αύριο. Όχι τι έκανες χθες. Ποιοι
μπορούν να αναλάβουν μια τέτοια
πρωτοβουλία; Τις
πολιτικές πρωτοβουλίες συνήθως, αυτό
λέει η ιστορία και ιδιαίτερα η ελληνική
τις αναλαμβάνει μια ομάδα ανθρώπων
που είναι πολιτικά όντα, όπως έλεγε ο
θεμελιωτής της παγκόσμιας πολιτικής
σκέψης, ο Αριστοτέλης
Και εδώ είναι η ευθύνη όλων από την
ηγεσία, μέχρι τα σωματεία και τις
αδελφότητες, τους πνευματικούς
ανθρώπους, τους δημοκράτες, στην Ελλάδα,
στην Αλβανία αλλά και όπου υπάρχει
Βορειοηπειρώτης και Έλληνας που αγαπά
την αλήθεια, την πολιτική, και τη
δημοκρατία. Η ευθύνη μας είναι, αυτό που
έγινε στο παρελθόν να κατανοηθεί
προκειμένου σχεδιάζοντας στο παρόν,
να δούμε ένα καλύτερο μέλλον. Στη
σημερινή κατάσταση, μ’ ένα μικρό
ποσοστό ανθρώπων να παραμένει στις
εστίες του, τι κάνουμε; Αυτή
είναι μια ουσιαστική παράμετρος του
ζητήματος της εθνικής ελληνικής
μειονότητας. Έχω διαπιστώσει
ότι στα χρόνια μετά την καθεστωτική
αλλαγή, τα αιτήματα δεν συνδέονται με
την ιστορία και την παράδοση
της ελληνικής εθνικής μειονότητας.
Δηλαδή πιο συγκεκριμένα, δεν μπορείς να
αναφέρεσαι συνεχώς στο ελληνικό κράτος,
για παράδειγμα με
το πρόβλημα των συντάξεων και με το
αίτημα της
πολιτογράφησης, θέματα πολύ σημαντικά
σε κάθε περίπτωση, και
να ξεχνάς ότι το κύριο πρόβλημα είναι η
αλβανική πολιτική που
αναγκάζει τον Ελληνισμό σε φυγή.
Αυτή είναι η πραγματικότητα, η στόχευση
δηλαδή αντί να είναι η προέλευση του
προβλήματος, δηλαδή οι μηχανισμοί του
αλβανικού κράτους που οδηγούν σε
εξαφάνιση τον
ελληνικό πληθυσμό, είναι
το ελληνικό κράτος που καθυστερεί σε
δύο αιτήματα. Αν
είναι δυνατόν χιλιάδες άνθρωποι, μία
αυτόχθονη μειονότητα,
να έχει περιοριστεί σε δύο
γραφειοκρατικά ζητήματα και να έχει
παραμερίσει την πολιτική συνιστώσα του
ζητήματος. Έχει σημασία αυτό που σας
αναφέρω, αφού δεν υπάρχουν αιτήματα και
παραστάσεις προς την αλβανική πλευρά.
Η στρατηγική του μέλλοντός δεν είναι
αυτή. Η στόχευση ξεκινάει από τα μικρά
και φτάνει στα πιο μεγάλα. Πολλά μικρά
μπορούν να συνθέσουν ένα μεγάλο. Το
γεγονός ότι δεν υπάρχουν δίγλωσσες
πινακίδες ή όσες υπάρχουν έχουν σβηστεί,
αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα. Για να πάμε
σ’ αυτό πρέπει να έχουμε το πιο
μικρό, που είναι παράδειγμα η φυσική
παρουσία του Ελληνισμού στις εστίες του
προκειμένου να διεκδικήσει τα
δικαιώματά του. Σ’ ένα μεγαλύτερο που
πάμε είναι οι ιδιοκτησίες, που ξεκινά
από τους ανθρώπους που δεν θα φύγουν
στην Ελλάδα και θα περιφρουρήσουν την
περιουσία τους. Στα εκπαιδευτικά
δικαιώματα και στην ποιότητα της
παρεχόμενης παιδείας που έχει αφετηρία
στην πολιτική της Αλβανίας για
εξαφάνιση της ελληνικής εκπαίδευσης.
Λέγεται
ότι το περιουσιακό είναι το βασικότερο
ζήτημα σε μια μειονότητα. Συμφωνώ
ότι είναι βασικό ζήτημα. Όμως για να
φτάσεις στην περιουσία θα πρέπει να
έχεις κάνει πρώτα τα βήματα τα μικρά.
Γιατί αν πας κατευθείαν στην περιουσία,
διεκδικώντας την για παράδειγμα από ένα
ανώτατο δικαστήριο σε αλβανικό ή
ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς να έχεις
προετοιμαστεί, θα έχεις μεγάλο κενό. Κι αυτό θα
είναι η πολιτική σκέψη που θα σου
λείπει. Τι
θέλετε να πείτε με την «πολιτική σκέψη». Για
να διεκδικήσεις την περιουσία πρέπει να
έχεις αυτόματα ένα πολιτικό υπόβαθρο, να
πεις ποιος είσαι, από πού έρχεσαι και που
πηγαίνεις. Δεν είσαι ξένος εδώ, είσαι μία
μειονότητα που υπάρχεις εδώ και
χιλιάδες χρόνια. Όμως
ποιος αλήθεια μιλά για αυτό, άρα
στοιχειοθετεί το δικαίωμα τη περιουσία
που την καρπώθηκε ένα τυραννικό
καθεστώς, το οποίο με άλλο προσωπείο
σήμερα, δεν την αποδίδει, ή την αποδίδει
σε νέους δικαιούχους, αποβλέποντας στην
αλλοίωση του χώρου; Το
‘χουμε εμείς αυτό το πολιτικό υπόβαθρο
για να έχει μέλλον και η μειονότητα; Να
πω ένα παράδειγμα που είναι και η
απάντηση. Μια γενική αρχή είναι ότι οι
πολιτικές ηγεσίες σε όλον τον κόσμο, που
έχουν πάψει να συνδέονται από το λαό που
τους ανέδειξε, δεν μπορούν να
εξυπηρετούν τα συμφέροντα του λαού και
της κοινωνίας. Εκτός και εάν τους
ανέδειξαν συμφέροντα και όχι η λαϊκή
βούληση, ή οι δημοκρατικές αρχές. Η
ειδική αρχή είναι ότι, όλη αυτή η
διαδρομή του Βορειοηπειρωτικού
Ελληνισμού από το 1991 μέχρι σήμερα, θα
έπρεπε να ήταν διαφορετική, κατά την
άποψή μου. Θα έπρεπε να ήταν στοχευόμενη
πλέον σε
συγκεκριμένους σκοπούς και να είχε σαφή
αναφορά στην Αλβανία. Η Ελλάδα είναι η
πατρίδα μας, που δυστυχώς τη γνωρίσατε
κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Που θα
αποτελεί πάντοτε για σας, μια μάνα η
οποία όμως για κάποιους μπορεί να
φέρθηκε και σαν μητριά. Ο στόχος μας
δηλαδή είναι η
Δρόπολη, ο Βούρκος, η Χιμάρα το Πωγώνι.
Δηλαδή η ιδιαίτερή μας πατρίδα. Εκεί που
γεννηθήκαμε, ζήσαμε για
χιλιάδες έτη, αυτή ονομάζουμε Πατρίδα και όχι τις
πολυκατοικίες και τα γραφεία της Αθήνας.
Συμφωνώ
με τη θέση, με τη
σημερινή ανησυχία, το ανεπτυγμένο
πολιτικό ζήτημα για το που βαδίζει η
ελληνική μειονότητα. Τι θα γίνει, ας
πούμε, μετά από δέκα χρόνια. Θα
συνεχίζεται εαυτή η κατάσταση του μαρασμού,
της παρακμής, της εγκατάλειψης, της
αδιαφορίας, του περιθωρίου;
Ή θα είναι μια άλλη κατάσταση, όπου
ο κόσμος θα επιστρέφει, τα παιδιά θα
θέλουν να γυρίσουν πίσω, θα ανοίγουν
νέες επιχειρήσεις, ο κόσμος θα
δραστηριοποιείται; Εμείς,
βορειοηπειρώτες, αλλά και όλοι οι
Έλληνες πρέπει να είμαστε με τη δεύτερη
θέση. Και αυτή γίνεται πράξη όχι με
φλυαρίες, αλλά με αγώνα, με στόχους,
προτεραιότητες και κυρίως πράξεις. Στην
Αλβανία βλέπετε να γίνονται σεβαστά τ’
ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα; Τα
δικαιώματα της ελληνικής εθνικής
μειονότητας που ζει στην Αλβανία,
προκύπτουν από διεθνή και ευρωπαϊκά
κείμενα προστασίας των μειονοτήτων και
μπορούν να χωριστούν σε δύο μέρη, το
γενικό και το ειδικό. Στο γενικό
εντάσσονται τα δικαιώματα που έχουν
πεδίο εφαρμογής σε όλα τα μέλη όλων των
μειονοτήτων. Δηλαδή, εξ αιτίας της
μειονοτικής ιδιότητας υπάρχουν κάποια
δικαιώματα, τα οποία, λόγω της γενικής
φύσεως και του εύρους τους, μπορούν να
τύχουν εφαρμογής οπουδήποτε υπάρχουν
μειονότητες. Τέτοια δικαιώματα είναι το
δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, η
επιλογή μεταχειρίσεως, η ελεύθερη και
διασυνοριακή επικοινωνία, η ατομική και
από κοινού άσκηση ειδικών δικαιωμάτων, η
ίδρυση συλλόγων, η συμμετοχή στην ζωή
της χώρας, η συμμετοχή σε αποφάσεις που
αφορούν τις μειονότητες, ο σεβασμός της
πληθυσμιακής συνθέσεως και των ορίων
των μειονοτικών περιοχών, η ίδρυση
πολιτικών κομμάτων, η αυτονομία των
μειονοτήτων. Περισσότερο
διαπιστώνουμε να περνάει η αλβανική
υποκρισία προς την Ευρώπη παρά τα
παράπονά μας για καταπάτηση των
ανθρώπινων και μειονοτικών μας
δικαιωμάτων. Είναι
αλήθεια αυτό που λέτε, αφού η
αλβανική πρακτική είναι αντιστρόφως
ανάλογη από τους λόγους. Από την
άλλη η Ελλάδα
δεν θέλει να φέρει εμπόδιο στην Αλβανία
είτε σε οποιαδήποτε χώρα της περιοχής
υπό την έννοια ότι έχει
έναν διακηρυγμένο στόχο
στήριξης της
ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση της
Αλβανίας και γενικώς
όλης της περιοχής ταυτόχρονα με την
πορεία προς το ΝΑΤΟ, προκειμένου να
αποχτήσει η περιοχή σταθερότητα,
ασφάλεια και ευημερία. Όμως η Ελλάδα
ταυτόχρονα με τον διακηρυγμένο αυτό
στόχο της δεν
πρέπει να πάψει να αποτελεί τον κριτή
της Αλβανίας για το εάν τελικά γίνονται
σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα στη
χώρα. Εκεί μπορεί σταματήσει και η
αλβανική υποκρισία και να περάσει στα
έργα και στις πράξεις. Ενώ
μας αρπάζουν τις περιουσίες, μας σβήνουν
τις γραμμένες πινακίδες στην ελληνική,
κλπ,... Υπάρχουν
πολλά προβλήματα με τις περιουσίες, την
εκπαίδευση, τις δίγλωσσες πινακίδες.
Γενικώς με την εφαρμογή όλων των
διατάξεων του αλβανικού συντάγματος και
των διεθνών συμβάσεων που έχει
υπογράψει η Αλβανία. Από την άλλη είναι
το πολιτικό ζήτημα. Οφείλει η Ελληνική
Μειονότητα πρώτα να υπερασπίζεται τα
συμφέροντα της, χωρίς να βάζει εφήμερους
στόχους θυσιάζοντας
την ουσία.
Η
μεγάλη οικονομική βοήθεια της Ελλάδας
προς την Αλβανία δεν έχει αντίκρισμα
στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Πώς
ερμηνεύετε το γεγονός αυτό;
Ενώ
η Ελλάδα όχι ως κράτος μόνον, αλλά και ως
οικονομικό σύστημα, έχει βοηθήσει την
Αλβανία, αυτή η βοήθεια σε πολιτικό
επίπεδο δεν έχει μεταφραστεί σε οφέλη.
Μια μεγάλη οικονομική παρουσία μιας
χώρας μεταφράζεται και σε πολιτικά
οφέλη. Σε διπλωματικό επίπεδο με την
καλυτέρευση των σχέσεων, σε πολιτικό
με τη βελτίωση της διαβίωσης των
μειονοτήτων που υπάρχουν, αυτό
τουλάχιστον αναφέρει η διεθνής εμπειρία.
Από την άλλη όμως πλευρά η
οικονομική παρουσία της Ελλάδας και η
επένδυση πολλών εκατομμυρίων ευρώ-
αρκετά προέρχονται από τη φορολογία των ελλήνων
πολιτών- δεν έχει αντίκρισμα άμεσα στην
Ελληνική Μειονότητα. Στην παρούσα φάση
οφείλουμε να επαναπροσδιορίσουμε τους
στόχους και τις αρχές της οικονομικής
παρουσίας της Ελλάδας. Η Ελλάδα κάνει
επενδύσεις, δίνει οικονομική βοήθεια,
για το σκοπό της παραμονής και την
ανάπτυξη της παρουσίας
της Ελληνικής Μειονότητας στο χώρο
της. Όταν αυτό δεν επιτυγχάνεται τότε
αναζητείται το λάθος και
επαναπροσδιορίζονται οι στόχοι. Ποια
είναι η προσωπική σας σκέψη για ανατροπή
κατεστημένου κι ίσως αλλαγή πορείας
στον τόπο μας; Χρειάζεται
να συσπειρωθεί και να αναδειχθεί στο
προσκήνιο μια νέα γενιά ανθρώπων με
πολιτική σκέψη και κυρίως χωρίς
ιδιοτέλεια, με ήθος και με την διακήρυξη
της αλήθειας στην καθημερινή της
διαδρομή. Για να μην κτίσουν καριέρες
και να εντάξουν τα προσωπικά και
πολιτικά συμφέροντά τους και αυτοί πάνω στο
Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα. Για να γίνει
πια η ορθή πολιτική παρέμβαση, το
επόμενο σωστό βήμα, να υπάρξει μια άλλη
πολιτική πρόταση που σημαίνει
επιβίωση και συνέχεια για την ελληνική
μειονότητα.
|