|
||
|
||
Πολιτική
λύση στο αγροτικό
«Ναι μεν, η
Ελλάδα δεν πεθαίνει ποτέ,
όμως
η Περιφερειακή;
Η Αγροτική;»
X.
K.
Του
Χρήστου Κηπουρού {*}
Μια διαδικαστική πρόταση, κατά τη
διάρκεια μάλιστα
των κινητοποιήσεων, είναι η εκ πενήντα
μελών διαρκής κοινοβουλευτική επιτροπή
παραγωγής και εμπορίου με τη συμμετοχή
των υπουργών τροφίμων και αγροτικής
ανάπτυξης, όσο και εμπορίου, {ανάπτυξης},
να συνεδριάσει έκτακτα, στα Αμπελάκια
της Θεσσαλίας. Αντικείμενο το αγροτικό.
Είναι η δεύτερη φορά στην ιστορία της
Βουλής, που διαρκής επιτροπή θα κάνει
κάτι ανάλογο. Λέω Αμπελάκια και όχι
Κιλελέρ μόνο και μόνο να μη βρεθεί έστω
και ένας να πει ότι δεν αποδίδεται ο
απαιτούμενος σεβασμός στους τόπους της
θυσίας. Και για τη δουλειά που
χρειάζεται, το συγκεκριμένο ύψωμα,
προσφέρεται περισσότερο. Πέραν των
άλλων, διευρύνει τον ορίζοντα των
επισκεπτών.
Μπορεί η συζήτηση με τους
εκπροσώπους των αγροτών, να
επικεντρωθεί στην αναζήτηση λύσης για
το βαμβάκι. Μπορεί να ξεπεραστεί, όταν
αντιπαραθέσουν οι αγρότες ότι το
συνολικό κόστος των αιτημάτων τους δεν
είναι ούτε το ένα χιλιοστό της Αθήνας 2004.
Και όταν άλλες χώρες το έχουν κάνει,
ακόμη και πρόσφατα. Όμως επειδή το ίδιο
γινόταν, γίνεται, και θα γίνεται κάθε
χρόνο ως την ολοκλήρωση της αναίμακτης
μεν, αγροτοκτονίας δε -οι κινητοποιήσεις
θα σταματήσουν όταν, όχι σε πολλά χρόνια,
πάψουν πλέον να υπάρχουν αγρότες, που
από πλειοψηφία κάποτε, τους κατέστησαν
από πολλών ήδη ετών μειοψηφία, αν όχι
μειονότητα- η καταφυγή στην αλήθεια όσο
παράλληλα σε ένα εφικτό πολιτικό σχέδιο,
είναι εθνική ανάγκη.
Οι ευκαιρίες για το αγροτικό, όπως
ακριβώς λέγεται και για τις ημέρες,
είναι μετρημένες. Όμως ειδικά η ύστατη
αυτή ημέρα όσο ευκαιρία, για πολλούς
λόγους που δεν είναι της στιγμής να
αναφερθούν, προσφέρεται σε όλους. Μεταξύ
των άλλων μπορεί να πειστεί τόσο η Βουλή
όσο κυρίως η Κυβέρνηση για το ποιος
είναι ο πλέον πρόσφορος τρόπος ώστε η
αγροτική παραγωγή της χώρας να
επανασυνδεθεί με το ιστορικό νήμα.
Η γνώμη μου είναι ότι όχι μόνο μπορεί
να συμβεί αυτό αλλά και να βρεθεί ακόμη
και η άκρη ενός ακόμη άλλου νήματος. Ο
λόγος για αυτό που κάποτε -υπό συνθήκες
μάλιστα εχθρικού ζυγού- αλώνιζε όλη την
Ευρώπη. Τα βαμμένα κόκκινα νήματα. Δεν
ξέρω, μια και προηγήθηκαν, αν ενέπνευσαν
με το όνομά τους γνωστό συγγραφικό έργο
με παρόμοιο τίτλο, ξέρω όμως ποιο είναι
το νέο ριζάρι. Έστω ένα νέο. Νομίζω ότι
πρόκειται για τη μαγειρική. Αυτό μάλιστα
που προέχει είναι ο πανευρωπαϊκός και
παράλληλα ο παγκόσμιος πόλεμος της
γαστρονομίας. Από την έκβασή τους, στα
επόμενα είκοσι τριάντα χρόνια,
εξαρτάται το κατά πόσο μπορεί να
επιστρέψουμε και στο συγγενές μέτωπο
των τροφίμων, όπου κατά την, ίσης
διάρκειας, παρελθούσα περίοδο, η χώρα
υπέστη και συνεχίζει να υφίσταται ένα
διαρκές αναπτυξιακό όσο αγροτικό
Βατερλό.
Όμως
δεν χάθηκαν τα πάντα. Συγκρινόμενες οι
Ελληνικές παραδοσιακές κουζίνες -οι
έναγκιρίσιες- με τις Ευρωπαϊκές,
αναμφισβήτητα και διαφέρουν, όσο η ημέρα
από την νύχτα. Μπορεί παντού να
καταλήξαμε ουραγοί, όμως αυτό δεν ισχύει
ακόμη σε κάποιους λίγους τομείς. Η
γαστρονομία είναι ένας από αυτούς.
Νομίζω δε ότι μια συνέχεια -δεν λέω
συνταγή δια πάσα νόσο- μπορεί να
αναζητηθεί στην Ελληνική κουζίνα. Στην
χώρα των βιολογικών εδεσμάτων, επόμενα
και των αναδιαρθρωμένων καλλιεργειών,
και των γιαγιάδων της μαγειρικής τέχνης
και της ιστορίας, όσο των επιστημόνων
διαιτολόγων και γαστρονόμων του
παρόντος και του μέλλοντος. Από τη
Μεσογειακή διατροφή ως την Πολίτικη
κουζίνα. Αν αυτά χρειαστεί να εκφραστούν
με ένα καινούργιο όσο και μοντέρνο όνομα,
αυτό είναι η βιολογική γαστρονομία {1}.
Μια Ελληνική, υψηλής ποιότητας,
μακροζωίας και πολύμορφης
ανταγωνιστικότητας, απάντηση. Τόσο
απέναντι στη φασφουντάδικη κουζίνα των
Η.Π.Α. όσο στην σαφώς καλύτερη από αυτήν,
πλην όμως φυσικοχημική, των εταίρων μας.
Η έκθεση της διαρκούς επιτροπής της
Βουλής θα χρησιμεύσει στην Κυβέρνηση
όσο στα εν τη Βουλή πολιτικά κόμματα
ούτως ώστε σε σύντομο χρόνο να υπάρξει
στο κοινοβούλιο μια συζήτηση για το ίδιο
ζήτημα που θα κινηθεί σε μια ανώτερη
σφαίρα. Κάτι που μέσα στο 2005 θα
μπορεί να επανέλθει με τη μορφή
νομοσχεδίου, ο
ορίζοντας του οποίου θα εκτείνεται από
τις επί έτη διαφημιζόμενες
αναδιαρθρώσεις που όμως δεν
υλοποιήθηκαν ποτέ, μέχρι τις
πανεπιστημιακές σχολές γαστρονομίας
και διαιτολογίας και έως τη λειτουργία -φορείς
όσο δομές- για το όλο συναρπαστικό αυτό
εθνικό εγχείρημα. Κάτι το οποίο, από τους
γαστρονομικούς πολιτισμούς αυτής της
χώρας, μέχρι τη γεωργία και την
κτηνοτροφία της, μόνο με ανάσταση
αγαλμάτων, μπορεί σήμερα κανείς να
προσομοιάσει. Με θαύμα. Κάτι που δεν
είναι ακατόρθωτο όμως, για την πολιτική.
Αν άλλες χώρες της Ευρώπης διέθεταν
μικρό έστω ποσοστό από το αντίκρισμα που
έχει η ουσιαστική και μεγάλη
προτεινόμενη καινοτομία μέσα στην
ιστορία, τότε αυτήν θα είχαν ως αιχμή του
αναπτυξιακού τους δόρατος. Από πολλών
ετών. Πολύ περισσότερο, δεν θα πετούσαν
στα σκουπίδια μνημεία τους. Όπως εδώ.
Όπου πέραν των άλλων, περιφρονούν τους
αγρότες. Και άλλοι προετοιμάζονται να
συναντηθούν, χωρίς προηγουμένως να
ζητήσουν τη συγγνώμη που χρεωστούν. Ας
μην επεκταθώ και σε εκείνους, που τους
χρησιμεύουν σαν τεκμήριο ύπαρξης. Μόνο
να πω ότι οι αγρότες ξέρουν να
αγωνίζονται μόνοι τους. Μπορούν. Η
πολιτική των Αθηνών είναι ανήμπορη. Αν
πάλι δεν είναι, τότε ποιο είναι κατά τη
γνώμη της μιας ή της άλλης ή της παρά
άλλης πτέρυγας, το τι δέον γενέσθαι; Όχι
μόνο για το σήμερα ή ως τις αρχές του 2006
αλλά κυρίως το αύριο. Ακόμη και μακρινό.
Σε βάθος χρόνου. Ο λόγος για πολιτική
λύση στο αγροτικό. __________
ΣΗΜΕΙΩΣΗ {1}
Χρήστος Κηπουρός, βιολογική γαστρονομία,
βλ. ιστοσελίδα Δ.Π.Θ. eled.duth.gr,
Θράκη 2005, {*}
Πρώην Βουλευτής Έβρου{1993-2000]. Το νέο
κείμενο αποτελεί μέρος μεγαλύτερης
εργασίας, η οποία από κοινού με άλλες
εργασίες, περιέχεται στη δεύτερη έκδοση
του ηλεκτρονικού του βιβλίου: Βιολογική
γαστρονομία, Θράκη 2005, {σελ. 55}. Η πρώτη
έκδοση που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του
2004, είχε τίτλο: Πολύφημος τυρός {σελ.40}.
Η εμμονή στη γαστρονομία και
ειδικότερα στην εξ αυτής βιολογική
εκδοχή, ίσως παρατηρηθεί ότι
καταλαμβάνει σημαντικό μέρος σε ένα
διαδικαστικό κείμενο. Αυτό συμβαίνει
διότι κατά τη γνώμη του συγγραφέα είναι
το μόνο εναπομείναν γήπεδο. Τα άλλα δυο,
τόσο εκείνο των αγροτικών προϊόντων-αποικιακών,
όσο το άλλο των τροφίμων, αποτελούν επί
του παρόντος, υποθέσεις χαμένες. Η
επιστροφή σε αυτές, αν υπάρξει, περνάει
μέσα από τη γαστρονομία.
Θράκη, Ιανουάριος 2005,
|
|