|
||
|
||
Άγκυρα : Επιμονή
στο Αιγαίο.
Του Θωμά Στεφ.
Σάρα Σε
πραγματικό πονοκέφαλο για την Αθήνα και
το ΥπΕξ αρχίζει να παρουσιάζεται η
Τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο,
όπου καθημερινά σχεδόν παρουσιάζονται
περιστατικά παραβίασης του εθνικού
εναέριου χώρου της Ελλάδας και ακόμα
περισσότερο του ανατολικού Αιγαίου. Σύμφωνα
μάλιστα με την γνώμη πολιτικών
παρατηρητών, κατάσταση αρχίζει να
προβληματίζει σοβαρά την κυβέρνηση των
Αθηνών, η οποία έχει βρεθεί δεσμώτης
μιας ανεδαφικής πολιτικής την οποία
χάραξε και προωθεί τις δύο τελευταίες
δεκαετίες. Λέγεται
μάλιστα ότι τα πρόσφατα γεγονότα στα
Ίμια, στα οποία είχα αναφερθεί στην
προηγούμενη έκδοση της επιθεώρησης,
ξεκαθάρισαν πλέον απόλυτα τις
πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας
έναντι των Αθηνών και του Αιγαίου, άπαξ
για πρώτη φορά στην ιστορία των
διεκδικήσεων της Άγκυρας η τελευταία
έφθασε στο σημείο καθαρής αμφισβήτησης
της ελληνικής κυριαρχίας στην περιοχή. Κάτι
παρόμοιο είχε να συμβεί από την γνωστή
κρίση στην περιοχή το 1996, υπό την
πρωθυπουργία του Κώστα Σιμίτη, οπότε οι
Τούρκοι κτύπησαν και κατέρριψαν ένα
ελικόπτερο των ελληνικών στρατιωτικών
δυνάμεων. Τότε η σύγκρουση φάνηκε ότι
αποφεύχθηκε ύστερα από τον παρεμβατισμό
του προέδρου των ΗΠΑ Bill
Clinton, ο
οποίος μεσολάβησε να παραμείνουν τα
πράγματα όπως είχαν πριν την κρίση. Η
Άγκυρα, ως γνωστόν, ισχυρίσθηκε τότε ότι
κάποιοι μεθυσμένοι Τούρκοι
δημοσιογράφοι βρέθηκαν στην
βραχονησίδα, κατέβασαν την Ελληνική
σημαία και στο κοντάρι της ύψωσαν την
Τουρκική, και ως εκ τούτου δεν υπήρχε
καμία πρόθεση για την δημιουργία
πολιτικής κρίσης. Σήμερα
ωστόσο οι εξελίξεις παρουσιάζουν μια
τελείως διαφορετική εικόνα, καθώς σκάφη
του πολεμικού ναυτικού της Τουρκίας
πλευρίζουν και ρίχνουν άγκυρα στις
βραχονησίδες όπου και παραμένουν επί
ώρες, όχι μόνον αρνούμενα να αποχωρήσουν
μα ακόμα περισσότερο ζητώντας από τα
αντίστοιχα σκάφη του πολεμικού ναυτικού
της Ελλάδας να φύγουν από τα “ τουρκικά
νερά”. Για
όσους παρακολουθούν την διαμόρφωση των
πολιτικών πραγμάτων της Τουρκίας,
γνωρίζουν ότι η αυξημένη αυτή θρασύτητα
των παραβατών δεν είναι δυνατόν να
πραγματοποιείται εν αγνοία της
πολιτικής κυβέρνησης της Άγκυρας, και
επομένως τα γεγονότα όπως αυτά
διαμορφώνονται καθημερινά έρχονται να
μας επιβεβαιώσουν τους πραγματικούς
στόχους της Άγκυρας, να διεκδικήσει ή
και να προσθέσει στις περίφημες “
γκρίζες ζώνες” των διεκδικήσεών της στο
Αιγαίο και εκείνην των βραχονησίδων. Βέβαια,
γνωρίζει η Άγκυρα ότι μέσα στα πλαίσια
των διαπραγματεύσεών της με την Ευρώπη,
θα είναι τρομερά δύσκολο να προχωρήσει
σε τετελεσμένα, εκείνο όμως που
πραγματικά την ενδιαφέρει είναι να
καταγραφούν οι απαιτήσεις
και αμφισβητήσεις της πάνω στην
περιοχή, προτού γίνει δεκτή
στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Με
τον τρόπο αυτό πιστεύει η Άγκυρα ότι θα
κατορθώσει να νομιμοποιήσει αυτές τις
απαιτήσεις της στο ανατολικό Αιγαίο, την
Θράκη και την Κύπρο, ενώ παράλληλα θα
υποχρεώσει την Αθήνα να παραιτηθεί των
απαιτήσεών της για την επίλυση του
κυπριακού σύμφωνα με τους σχεδιασμούς
της και την αποδοχή των αξιώσεων της
Τουρκικής πλευράς. Από
την πλευρά της Αθήνας η κατάσταση
συνεχίζει να παραμένει προβληματική,
άπαξ και η τελευταία καταβάλλει κάθε
προσπάθεια να αποφύγει την όξυνση. Είναι
βέβαιο πλέον ότι η Άγκυρα δεν φαίνεται
να έχει καμία διάθεση να αποδεχθεί τις
συμβουλές της Ευρώπης, καθώς
αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι δυνατόν σε
τελική ανάλυση να παραιτηθεί των
απαιτήσεών της πάνω στα νησιά του
ανατολικού Αιγαίου, την Θράκη και την
Κύπρο, άπαξ και οι διακανονισμοί αυτοί
είχαν ήδη αποφασισθεί και έγιναν
αποδεκτοί από τους Κωνσταντίνο
Καραμανλή, τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον
Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, με τις γνωστές
συμφωνίες που πέτυχε ο παρεμβατισμός
του ΝΑΤΟ επί Λούντς. Είναι
επόμενο λοιπόν για να μπορέσει να
επιβιώσει η κυβέρνηση Ερντογκάν να
προσπαθεί να αποδείξει στους στρατηγούς
ότι έχει την δυνατότητα να διασφαλίσει
τις Τουρκικές απαιτήσεις, υποχρεώνοντας
την Ελλάδα να αποδεχθεί
διαπραγματεύσεις “ για όλα τα θέματα”,
μια πραγματικότητα την οποία θεωρεί
δεδομένη άπαξ και οι συμφωνίες εκείνες
δέσμευαν ουσιαστικά την “νέα γενιά των
Ελλήνων πολιτικών η οποία ήταν
διατεθειμένη να παραχωρήσει ένα μέρος
ελληνικών εδαφών στην Τουρκία,
προκειμένου να υπάρξει μια καλύτερη ζωή
μεταξύ των δύο γειτόνων στο μέλλον.” Τα
παραπάνω βέβαια, σύμφωνα με έγγραφο το
1975 του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ
Λούντς, προ τα μέλη της συμμαχίας. Πέραν
τούτου όμως η Τουρκία σήμερα
παρουσιάζεται περισσότερο απαιτητική
από κάθε προηγούμενη φορά. Έχοντας υπ’
όψη τις τελευταίες διπλωματικές
επιτυχίες τόσο στο Κυπριακό, μέσω του
σχεδίου Ανάν, όσο και στην Θράκη με την
αποδοχή των Αθηνών της αρχής των δύο
Μουσουλμάνων βουλευτών στο Ελληνικό
Κοινοβούλιο, η Άγκυρα κάνει πλέον
εμφανές ότι δεν αμφισβητεί απλώς
κάποιες γκρίζες ζώνες ή μερικές
βραχονησίδες στο ανατολικό Αιγαίο, μα
ακόμα περισσότερο αμφισβητεί το
καθεστώς ολοκλήρου του Αιγαίου, θεωρεί
δε παράτυπη και αντίθετη με το διεθνές
δίκαιο την ελληνική κυριαρχία
στα νησιά του βόρειου Αιγαίου και τα
Δωδεκάνησα. Η
απαίτηση αυτή δεν είναι καινούργια, έχει
παρουσιαστεί κατά την περίοδο του 1974-1975
όταν ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ αμφισβήτησε
την δυνατότητα της Ελλάδας να αποκαλεί
τα νησιά του Αιγαίου ελληνικά, άπαξ και
αυτά αποτελούν φυσική προέκταση της
τουρκικής ηπειρωτικής ενδοχώρας. Αργότερα,
το 1982, η Τουρκία κατέθεσε στο Διεθνή
Ναυτιλιακό οργανισμό, χάρτη ο οποίος
διχοτομεί ακριβώς στην μέση το Αιγαίο
μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Οι τότε
ισχυρισμοί της Τουρκικής διπλωματίας
ήταν ότι το συμφέρον της διεθνούς ακτoπλoϊας
και της πολιτικής των ανοικτών θαλασσών
επέβαλλε να μην επιτραπεί στην Ελλάδα να
μετατρέψει το Αιγαίο σε “λίμνη ελληνική”. Αργότερα
την δεκαετία του 1980-1990, ο τότε Πρόεδρος
Οζάλ δήλωσε κατ’ επανάληψη ότι η
γήρανση του πληθυσμού στα νησιά
αποτελούσε περίτρανη απόδειξη της
αδυναμίας της Ελλάδας να αξιοποιήσει
οικονομικά την περιοχή και ότι σαν
συνέπεια πίστευε ότι αυτά θα καταλήξουν
αργά ή γρήγορα στην Άγκυρα. Το
ίδιο περίπου διάστημα, γύρω στο 1987 σε
διδακτικό εγχειρίδιο της Εθνικής
Ασφαλείας της Τουρκίας, το οποίο
διδάσκεται στα τουρκικά λύκεια από
αξιωματικούς υπό την αιγίδα του
υπουργείου Αμύνης, καλλιεργείται η
γνώμη ότι τα εδάφη που απελευθέρωσε η
Ελλάδα την περίοδο του 1912-1919, (Ήπειρος,
Μακεδονία, Δ. Θράκη, Νησιά Β. Αιγαίου,
Κρήτη), είναι αμφισβητούμενα εδάφη,
διότι οι Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν την
αδυναμία της Τουρκίας και τα άρπαξαν. Το
θέρος του 2001, το Γενικό Επιτελείο
Στρατού της Άγκυρας εξέδωσε μελέτη του
στρατηγού Αττίλα Ατές, σύμφωνα με την
οποία αμφισβητείται συνολικά και
πολύπλευρα το νομικό καθεστώς του
Αιγαίου. Στη
Νομική Σχολή της Σμύρνης διδάσκεται
ακόμα και σήμερα το μάθημα των
Ελληνοτουρκικών σχέσεων. Το σχετικό
σύγγραμμα, ωστόσο, αμφισβητεί
την ελληνική συνείδηση των κατοίκων
της Χίου και της Κρήτης δημιουργώντας
έτσι την υποδομή για την δημιουργία νέων
μελλοντικών γκρίζων ζωνών, σε βάσεις
εθνολογικές και
ιστορικές σε βάρος της Ελλάδας. Σχετική
ανάλυση πάνω στο περιεχόμενο αυτού του
μαθήματος κάνει ο καθηγητής Παύλος
Χιδίρογλου στην μελέτη του “ταυτότητα
και ετερότητα στον τουρκικό πολιτισμό”,
( εκδόσεις Γρηγόρη). Είναι
δε βέβαιο ότι η Τουρκία παρά το γεγονός
της Ελληνικής υποστήριξης στην
ενταξιακή της πορεία δεν δείχνει
διατεθειμένη να αλλάξει τη μακροχρόνια
πολιτική της, η οποία αμφισβητεί τα
νομικά, συγκοινωνιακά, δημογραφικά,
εθνολογικά και ιστορικά δεδομένα στο
Αιγαίο. Το
κακό είναι ότι ενώ η Αθήνα προσπαθεί να
δείξει κάθε διάθεση συνεργασίας, η
Άγκυρα εμφανίζεται να ερμηνεύει αυτή
την καλή διάθεση της γείτονος της ως
αδυναμία, με πιθανό αποτέλεσμα κάποιο
θερμό περιστατικό προκειμένου να
πεισθεί η Ελλάδα ότι η Άγκυρα δεν
προτίθεται να παίξει. Αυτός
πιθανόν είναι και ο λόγος της εκλογής
του Κάρολου Παπούλια ως Προέδρου της Δημοκρατίας, η
πιθανότητα αποδοχής ορισμένων
υποχωρήσεων στις αξιώσεις της Τουρκίας,
οι οποίες είχαν αποφασισθεί επί Ανδρέα
Παπανδρέου, την εποχή που ο νέος
Πρόεδρος υπηρετούσε την κυβέρνηση των
Αθηνών ως Υπουργός Εξωτερικών.
|
|