|
|
Φεβρουάριος 2012 | |
Washington Consensus.
Του
Γεωργίου
Ηλία
Διαμαντόπουλου Στην
παρούσα δύσκολη οικονομική συγκυρία η
Ελλάδα έχει υποχρεωθεί να βρίσκεται
κάτω από τη συνεχή εποπτεία μιας ομάδας
εμπειρογνωμόνων, η οποία έχει επιβληθεί
από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, την
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, γνωστούς ως
“Τρόϊκα”. Η Τρόϊκα, ουσιαστικά είναι ο
εκπρόσωπος των φορέων οι οποίοι την
επέβαλαν στην Ελλάδα και έχει ως σκοπό
την εποπτεία της κατά γράμμα υλοποίησης
των συμφωνηθέντων μεταξύ της χώρας με
τους Ευρωπαίους εταίρους της και
μάλιστα μέσα στα προβλεπόμενα χρονικά
περιθώρια. Τόσο η Ευρωπαϊκή κοινότητα,
όσο και η Ευρωπαϊκή τράπεζα, λόγω της
πρωτόγνωρου για αυτούς κατάστασης που
αντιμετώπιζαν καθώς επίσης και της μη
ύπαρξης των κατάλληλων μηχανισμών
και τεχνογνωσίας για την
αντιμετώπιση παρομοίων καταστάσεων,
κάλεσαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο,
το οποίο διαθέτει την απαραίτητη
τεχνογνωσία λόγω του ότι είναι ένας
διεθνής φορέας με πλήρη κατάρτιση στην
αντιμετώπιση παρομοίων θεμάτων και ο
οποίος αποτελεί επίσης μέρος του
χρηματοδοτικού μηχανισμού. Το ΔΝΤ
ουσιαστικά κλήθηκε να αναλάβει τις
τεχνικές λεπτομέρειες της
χρηματοδότησης παρά το γεγονός ότι το
μεγαλύτερο ποσοστό του δανείου
προέρχεται από τους Ευρωπαίους εταίρους
της Ελλάδος. Αναλύοντας τη μορφολογία
της δανειοδότησης γίνεται αμέσως
αντιληπτό ότι αυτή είναι ακριβώς η ίδια
με την γνωστή ως “Washington
Consensus”, με
μια παράφραση ο όρος υπονοεί “Ομοφωνία
σύγκλησης αποφάσεων” μεταξύ του ΔΝΤ και
του Υπουργού επί των Οικονομικών των
Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Μια
λεπτομέρεια η οποία υπονοεί επίσης και
την έγκριση του προέδρου των ΗΠΑ, το
οποίο ουσιαστικά σημαίνει την έγκριση
της τοποθέτησης της δανειοδοτούμενης
χώρας μέσα στην ομάδα των δημοκρατικών
κρατών και δεύτερο την μορφή των
εφαρμοζομένων μέτρων, τα οποία θα πρέπει
να εμπίπτουν μέσα στα πλαίσια των
τεσσάρων πυλώνων της εξωτερικής
πολιτικής των ΗΠΑ. Εκείνης του Αλεξάντερ
Χάμιλτον, γνωστής ως Χαμιλτόνια, του Thomas
Jefferson,
γνωστής ως Τζεφερσόνια, του Andrew
Jackson,
γνωστής ως Τζακσόνια και τέλος του Woodrow
Wilson,
γνωστής ως Γουϊλσόνια. Παρά το γεγονός
ότι αυτές οι τέσσερεις ιδεολογικές
πολιτικές τάσεις έχουν τα δικά τους
χαρακτηριστικά και ιδιομορφίες, εν
τούτοις κάθε μια από αυτές είναι ανοικτή
στο ενδεχόμενο συνδυασμού της με τις
άλλες, έτσι ώστε η μία να συμπληρώνει την
άλλη. Ο
Alexander Hamilton,
(1789-1797), υπηρέτησε ως ο πρώτος υπουργός
οικονομικών των ΗΠΑ. Θεωρείται ως η
πλέον αξιόλογη προσωπικότητα στην
ιστορία της χώρας οι δε πολιτικές που
εφάρμοσε έχουν διαχρονική εμβέλεια.
Ήταν ο εισηγητής της ιδέας του ελεύθερου
εμπορίου, επειδή πίστευε ότι προς το
συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν το
άνοιγμα ξένων αγορών για τα Αμερικανικά
προϊόντα. Το δε εμπόριο και οι
επενδύσεις εθεωρούντο ότι ήταν
υπέρτατης σημασίας τόσο για τον πλούτο
της χώρας, όσο και την εδραίωση της
ειρήνης μέσου των εμπορικών σχέσεων.
Ακόμα ήταν οπαδός της πολιτικής θεωρίας
μιας ισχυρής προεδρίας. Ο
Thomas Jefferson,
(1801-1809), υπηρέτησε ως ο τρίτος πρόεδρος
των ΗΠΑ. Είναι δε εκείνος που πρώτος
κήρυξε τον πόλεμο κατά της πειρατείας
και της τρομοκρατίας των πειρατών της Β.
Αφρικής, των Τυνησίων, των Αλγερινών και
των Μαροκινών, τη χρονική περίοδο του
1801-1805, ύστερα από την άρνησή του να
καταβάλει φόρο υποτέλειας σε αυτούς, σε
αντίθεση με την πολιτική της υποτέλειας
που είχαν δεχθεί και εφήρμοσαν άλλες
μεγάλες ναυτικές δυνάμεις της εποχής
εκείνης. Πίστευε ακόμα ότι οι πολίτες
των δημοκρατικών κρατών οφείλουν να
διοικούν τους εαυτούς τους και να
διοικούνται από ένα είδος κυβερνητικής
εκπροσώπησης, κατά το δυνατόν
απλούστερης και άμεσης. Ήταν συνήγορος
της αρχής της περιορισμένης κεντρικής
διοίκησης και αντίθετος της ιδέας του
δημοσίου χρέους. Στο σημείο αυτό ας μου
επιτραπεί να κάνω αναφορά στα προσωπικά
του πιστεύω: “Θεωρώ τη λιτότητα ως πρώτη
αρετή της δημοκρατίας και το δημόσιο
χρέος μιας πολιτείας ως το μεγαλύτερο
κίνδυνο. Για να διατηρήσουμε την
ανεξαρτησία μας οφείλουμε να μην
επιτρέψουμε στους κυβερνώντες να μας
φορτώσουν με διεθνές χρέος. Οφείλουμε να
κάνουμε μια επιλογή μεταξύ της
λιτότητας και της ελευθερίας, και της
σπατάλης και υποτέλειας. Εάν
επιτρέψουμε αυτή την επιλογή στους
διοικούντες τότε πολύ σύντομα θα μας
επιβάλλουν φορολογία ακόμα και στο
φαγητό μας, στη διασκέδασή μας και ακόμα
και στον αέρα που αναπνέουμε.” Όπως
αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης ήταν μια
πολύ προφητική η παρατήρησή του σε σχέση
με τη σημερινή πραγματικότητα και
μάλιστα ύστερα από διακόσια ολόκληρα
χρόνια από την εποχή του. Ο Τζέφερσον
αντιμετώπιζε την ομοσπονδιακή
κυβέρνηση ως απειλή της ελευθερίας λόγω
του ότι πίστευε ότι οι
πολιτειακές και τοπικές διοικήσεις
βρισκόταν πλησιέστερα προς τον πολίτη
με πολύ μικρότερη πιθανότητα κατάχρησης
των εξουσιών τους. Χαρακτηριστική είναι
επίσης και η τοποθέτηση του αμερικανού
δικαστή Gidean Twcker,
NY 186C,
ο οποίος γράφει: “Κανενός η ζωή, η
ελευθερία και η ιδιοκτησία δεν είναι
ασφαλής όταν το κοινοβούλιο συνεδριάζει.” Ο
Andrew Jackson,
(1829-1837), Ήταν ο ‘έβδομος πρόεδρος των
Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Υπηρέτησε ως στρατηγός κατά την
διάρκεια του πολέμου για την
Αμερικανική Ανεξαρτησία και είναι ο
ελευθερωτής της Νέας Ορλεάνης από τους
βρετανούς το 1815. Προσωπικά πίστευε στον
ατομικισμό της εποχής καθώς επίσης και
την δύναμη της αυτοδημιουργίας του
ατόμου. Η ιδεολογία του των απολύτων
διακρίσεων κοινωνικών ομάδων μεταξύ
τους, όπως των ινδιάνων, των Μεξικανών,
των Ασιατών και λοιπών ανηκόντων στο
προτεσταντικό δόγμα είχε ξεσηκώσει κατ’
επανάληψη βίαιες
αντιδράσεις μέσα στην Αμερικανική
κοινωνία. Είχε ελάχιστο σεβασμό προς το
διεθνές δίκαιο προτιμώντας τον εθιμικό
δίκαιο από το γραπτό, πάνω στο οποίο
στηρίζεται το βρετανικό σύστημα
δικαιοσύνης. Πίστευε στον κώδικα τιμής
και για τον ίδιο δεν υπήρχε υποκατάστατο
της νίκης. Ο
Woodrow Wilson,
(1913-1921), υπηρέτησε ως ο εικοστός όγδοος
πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της
Αμερικής. Προσωπικά πίστευε ότι η
παγκόσμια τάξη πρέπει να έχει σαν βάση
της αρχές της δημοκρατικής
διακυβέρνησης των λαών, καθώς επίσης και
στην ανάγκη σεβασμού και προστασίας των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι δημοκρατίες
ήταν για αυτόν περισσότερο αξιόπιστες,
επειδή τείνουν στην ευημερία και έχουν
σαν βάσει της αρχές του δικαίου.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο η βοήθεια προς τα
δημοκρατικά κράτη δεν αποτελεί μόνον
ηθικό καθήκον των ΗΠΑ αλλά είναι επίσης
και αναγκαία πολιτική. Στο σημείο αυτό
ας μου επιτραπεί να αναφερθώ σε ένα
εδάφιο ομιλίας του την οποία εκφώνησε
στις 27 Μαΐου του 1916 στην οποία μεταξύ
άλλων δήλωσε: “Είμαστε όλοι συμμέτοχοι,
είτε το θέλουμε είτε όχι, για τις
συνθήκες ζωής της ανθρωπότητας. Τα
ενδιαφέροντα των πολιτών της διεθνούς
κοινότητας είναι ακριβώς και δικά μας.” Το
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όταν
ιδρύθηκε στις Ηνωμένες πολιτείες της
Αμερικής (Bretton Woods),
τον Ιούνιο του 1044 είχε ως κύριο σκοπό
την ανάπτυξη του Διεθνούς εμπορίου και
μεταξύ άλλων και την προσωρινή
χρηματοδότηση των κρατών μελών
προκειμένου να τα βοηθήσει να καλύψουν
τα ελλείμματα των ισοζυγίων πληρωμών
του δημοσίου. Με την βαθμιαία αλλαγή,
ωστόσο, του παλαιού σκηνικού της
Παγκόσμιας Οικονομίας η οποία οφείλεται
κυρίως στην φιλελευθεροποίηση και την
άρση των προστατευτικών δικονομικών
μέτρων των κρατών, κάτι που έγινε κυρίως
κατά την διάρκεια της προεδρίας του Reagan,
(1981-1989), Το ΔΝΤ ανταποκρίθηκε αμέσως στην
αλλαγή αυτή υιοθετώντας την αυστηρή
συντηρητική θεωρία της σχολής του
Σικάγου. Η θεωρία αυτής της σχολής
εξακολουθεί, ακόμα και σήμερα, να
επισκιάζει τις μεγάλες σχολές της
ασκούμενης οικονομικής πολιτικής των
ημερών μας, όπως εκείνης του υπουργείου
οικονομικών των ΗΠΑ, της Διεθνούς
Τραπέζης, και λιπών επιλεκτικών
πανεπιστημιακών σχολών και δεδομένων
οικονομικών και
πολιτικών ομίλων και συμφερόντων. Η
εκπροσώπηση αυτή στις μέρες μας έγινε
γνωστή με την ονομασία
“Washington Consensus”.
Η ακολουθητέα αυτής της συνταγής είναι
εκείνη των αυστηρώς ισοσκελισμένων
προϋπολογισμών, της ελεύθερης μεταφοράς
κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών,
ιδιωτικοποιήσεων, προστασίας της
ιδιοκτησίας, των μικρών κυβερνητικών
σχημάτων, την επιβολή αυστηρών
δημοσιονομικών μέτρων και την μείωση
του Δημοσίου χρέους μέσω της εφαρμογής
μεθόδων αποκρατικοποιήσεως της
δημόσιας περιουσίας των χρεωμένων
κρατών. Η Ελλάδα σήμερα
αντιμετωπίζει μια δύσκολη οικονομική
συγκυρία μεγάλων δημοσιονομικών
ελλειμμάτων και ενός γιγαντιαίου
δημόσιου χρέους, καλείται δε από τους
εταίρους της και το ΔΝΤ να εφαρμόσει
ένας πρόγραμμα πλήρως ορθόδοξου
φιλελευθερισμού. Τα ζητούμενα και
επιβαλλόμενα μέτρα αφορούν την
δημοσιονομική εξυγίανση των χρόνιων
ελλειμμάτων του δημοσίου, την βελτίωση
της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας
της χώρας μέσω μιας σειράς διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων προκειμένου να
αγκυλωθεί η οικονομία και να μειωθεί το
δημόσιο χρέος. Όπως αντιλαμβάνεται ο
αναγνώστης είναι πλέον ολοφάνερο ότι
παρά την φαινομενικά “καλή θέληση” της
Μέρκελ και του Σαρκοζή καθώς και των
υπολοίπων αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, της Ευρωζώνης και της Κεντρικής
Ευρωπαϊκής τράπεζας για την σωτηρία της
Ελλάδας, κάτι το ποίο και μεταφράζεται
και σωτηρία των χωρών της Ευρωζώνης και
του Ευρώ, η Ουάσιγκτον και το ΔΝΤ
εξακολουθούν να έχουν την καθοριστική
γνώμη πάνω στα μέτρα
και τις διαδικασίες που θα πρέπει να
εφαρμοστούν για το πρόγραμμα διάσωσης
της Ελλάδος.
|