The strong voice of a great community
Φεβρουάριος 2012

Πίσω στο ευρετήριο

 

   Η Ελλάδα υπό επιτροπεία

                                           Του Γιώργου Ηλία Διαμαντόπουλου

Η εικοστή ογδόη Ιανουαρίου του 2012 θα παραμείνει στη μνήμη του έθνους ως μια θλιβερή ημερομηνία της μεταπολεμικής ιστορίας της Ελλάδας, καθώς τα τηλεοπτικά δίκτυα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανήγγειλαν στον Ελληνικό λαό ότι Ευρωπαϊκοί κύκλοι και κυρίως γερμανικοί κυβερνητικοί παράγοντες ζήτησαν να τεθεί υπό επιτροπεία η κυβέρνηση της Ελλάδος. Η πρόταση προέβλεπε τον διορισμό επιτρόπου με δικαιοδοσίες επίβλεψης της πορείας των εσόδων και εξόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Επί πλέον ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας  Σόϊμπλερ, ανέφερε ότι η χώρα του προετοιμάζεται να αντιμετωπίσει κάθε ενδεχόμενο και κάθε πιθανότητα σχετικά με το Ελληνικό πρόβλημα. Ακόμα η Λαγκάρντ, του Διεθνούς Νομισματικού ταμείου αναφέρθηκε στην Ελλάδα λέγοντας λακωνικά ότι η χώρα οφείλει να σοβαρευτεί, να επιδείξει έργο και να προσαρμοσθεί στις νέες οικονομικές πραγματικότητες όπως αυτές διαμορφώνονται καθημερινά στις διεθνείς αγορές, δεδομένου ότι δεν υπάρχει η πολυτέλεια χρονικών περιθωρίων κωλυσιεργίας. Οι εξελίξεις αυτές, όπως ήταν επόμενο, προκάλεσαν θύελλες διαμαρτυριών από το πολιτικό και συντεχνιακό  κατεστημένο των Αθηνών. Το βέβαιο είναι ότι όλοι τους γενικά υποστήριζαν ότι οι σχετικές αναφορές αποτελούσαν μια καθαρά δασύτατη πρόκληση η οποία προσέβαλε και υποβάθμιζε την εθνική κυριαρχία, το πνεύμα της αυτοδιοίκησης και φυσικά κάθε δικαίωμα των κυβερνήσεων της χώρας. Ορισμένοι, μάλιστα, θα μπορούσα να ισχυρισθώ οι ποιο ψύχραιμοι, ισχυριζόταν ότι πλέον είχε φθάσει η στιγμή της αλήθειας και κρίσης της πολιτικής εκπροσώπησης της χώρας της χώρας, να παρουσιάσουν στον Ελληνικό λαό την υλοποίηση των συμφωνηθέντων με τους Ευρωπαίους Εταίρους, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, γνωστά ως τρόικα. Με άλλα λόγια ότι το μεγάλο πανηγύρι της ανευθυνότητας που διέκρινε έως τότε τους κυβερνητικούς υπευθύνους, της κατά συνέπεια σπατάλης και των κομματικών τοποθετήσεων στο δημόσιο το οποίο αποτελούσε κοινή άσκηση εκείνων  που είχαν την εξουσία, πλέον είχε φθάσει στο τέρμα της διαχρονικής του πορείας. Προσωπικά πιστεύω, σύμφωνα με ότι μπορώ να γνωρίζω, ότι για την Ελλάδα αυτό αποτελεί μια νέα εμπειρία, καθώς για πρώτη φορά αντιμετωπίζει μια παρόμοια πιθανότητα. Κατά το παρελθόν και επί πρωθυπουργίας Χαρίλαου Τρικούπη, είχε συσταθεί ο Διεθνής Οργανισμός Ελέγχου, σαν συνέπεια της χρεοκοπίας του 1893 και της πρόσφατα επιβληθείσας, από τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές της χώρας και το Διεθνές Νομισματικό ταμείο εποπτείας, γνωστής στους πολλούς ως τρόικα. Πλην όμως  ο διορισμός ενός μονίμου επιτρόπου με ειδικές αρμοδιότητες και με δικαιώματα αρνησικυρίας, (Βέτο), πάνω στις οικονομικές αποφάσεις της κυβέρνησης των Αθηνών, αποτελεί κάτι το πρωτόγνωρο για την δημόσια διοίκηση και τις κυβερνήσεις των Αθηνών. Θα πρέπει να τονίσω ότι κάποια μορφή διοικητικής εποπτείας μέσα στα εθνικά σύνορα της επικράτειας είναι κάτι το οποίο οφείλουμε να το δούμε ως φυσικό και απαραίτητο  από κάθε υπεύθυνη κυβέρνηση, δεδομένου ότι το κράτος μέσω των διαφόρων φορέων και οργάνων του ασκεί έλεγχο πάνω στις δραστηριότητες των αυτόνομων διοικητικών προσώπων και προσώπων δημοσίου δικαίου. Αλλά όμως επιβολή επιτροπείας σε μέλος μιας συνομοσπονδίας ισότιμων κρατών, όπως πιστεύεται ότι είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση,  αφήνει να σχηματισθούν εντυπώσεις ότι η υπό επιτροπεία κυβέρνηση  χώρας μέλους στερείται του δημοκρατικού της δικαιώματος  άσκησης των συμβατικών και απαράγραπτων ευθυνών της τόσο προς τους πολίτες της χώρας που την εξέλεξαν, όσο και την άσκηση των διεθνών διακρατικών της σχέσεων και κυρίως των οικονομικών τοιούτων. Εάν μάλιστα θελήσουμε να προχωρήσουμε  σε κάποιον  παραλληλισμό του θεσμού της επιτροπείας με τις προβλέψεις του οικογενειακού δικαίου τότε οφείλουμε να δεχθούμε ότι οι υποχρεώσεις του διορισμένου από τους δανειστές επιτρόπου είναι η “προστασία του ορφανού και της περιουσίας του.” Η πραγματικότητα είναι ότι η εντύπωση που έχει σχηματιστεί στη διεθνή κοινότητα είναι ότι η Ελλάδα παρουσιάζεται ως πολιτικά ακέφαλη, “ορφανή” όπως θα λέγαμε, κατά την σημερινή κρίσιμη περίοδο και ότι στερείται μιας σοβαρής και υπεύθυνης πολιτικής ηγεσίας. Το ερώτημα, ωστόσο, που δημιουργείται και πάλι, είναι το εάν και κατά πόσον μια παρόμοια επιτροπεία  πάνω σε έναν τόσο ζωτικό τομέα μιας χώρας, όπως είναι η άσκηση ελέγχου πάνω στον κρατικό προϋπολογισμό της μπορεί να δικαιολογηθεί ή όχι. Πέραν δε του συναισθηματικού υπερφορτισμού τον οποίο τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και τα μέσα επικοινωνίας της χώρας σκοπίμως  προσπαθούν να δημιουργήσουν με κραυγές όπως “αναξιοπρεπής, αποκρουστικός και αντιδημοκρατικός”, και μάλιστα σύμφωνα με τον ισχυρισμό  του Γιώργου Παπανδρέου στις Βρυξέλλες στις τριάντα του Γενάρη του 2012, ο οποίος δήλωσε ότι “τη στιγμή αυτή η Ευρώπη έχει ανάγκη από περισσότερη δημοκρατία και όχι εποπτεία.” Πάνω στο θέμα αυτό θα ήθελα να κάνω μ ια μικρή ανάλυση της έννοιας της λέξης “αξιοπρέπεια”, δεδομένου ότι αυτή έγινε ο προμαχώνας πίσω από τον οποίο καλύπτεται καθημερινά και περισσότερο το πολιτικό κατεστημένο της χώρας. Σύμφωνα λοιπόν με τον καθορισμό της λέξης από την εγκυκλοπαίδεια “Αξιοπρέπεια” σημαίνει:  “Ευγένεια ήθους συνοδευόμενη με κοσμιότητα και σοβαρότητα, αλλά και με συγκρατημένη υπερηφάνεια. ” Δεδομένου μάλιστα ότι στο ελληνικό λεξιλόγιο υπάρχει και μια δεύτερη συνώνυμη λέξη, εκείνη της “τιμής”, σύμφωνα λοιπόν με το ετυμολογικό της λέξης τιμή σημαίνει “η υπόληψη, ο σεβασμός και η διάκριση” που αρμόζει στο κάθε άτομο. Ύστερα λοιπόν από την ερμηνεία των δύο αυτών λέξεων της αξιοπρέπειας και τιμής, θα ήθελα να απευθύνω μια εύλογη ερώτηση προς τους εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος της χώρας, ανεξαρτήτως ιδεολογίας και χρώματος, για το τι έχουν κάνει μέχρι σήμερα, τα τελευταία 180 χρόνια του ελεύθερου ελληνικού κράτους, προκειμένου να διασφαλίσουν την αξιοπρέπεια και τη τιμή της Ελλάδος έτσι ώστε η χώρα νε μη φθάσει ποτέ στη σημερινή θλιβερή κατάντια της επαιτείας. Δεδομένου, μάλιστα, ότι η λογική απαιτεί ότι κάποιοι θα πρέπει να μοιράζονται την ευθύνη η και να είναι συνυπεύθυνοι αυτής της αλγεινής εικόνας της κακομοιριάς που παρουσιάζει σήμερα ένα έθνος και ένας λαός περήφανος για τις ρίζες, την δημιουργικότητα και τον πολιτισμό του. Πέραν δε των βαρύγδουπων διακηρύξεων των πολιτικών της Αθήνας, γνωρίζουμε όλοι ότι η αξιοπρέπεια, η τιμή και η ελευθερία και αυτοδιοίκηση μιας χώρας γίνονται σεβαστές μόνον όταν αυτή στην πραγματικότητα είναι οικονομικά ανεξάρτητη. Σε περίπτωση όμως που μια χώρα οδηγείται στην χρεοκοπία τότε οι επικλήσεις για “αξιοπρέπεια, τιμή και περήφανης εθνικής πολιτικής”, δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από μια χαμηλής ποιότητας δημαγωγική ρητορική προκειμένου να εντυπωσιάσουν τις μάζες των αφελών ψηφοφόρων και να υποκλέψουν τη ψήφο τους. Από ότι είναι δυνατόν να γνωρίζω κανένας επαίτης , ανά τον κόσμο, δεν είναι περήφανος για τη κατάντια του, δίκαια δε διερωτάται ο παρατηρητής πως είναι δυνατόν μια χώρα όπως η Ελλάδα να μπορεί να αισθάνεται υπερήφανη όταν μονίμως εξαρτάται η ύπαρξή της από τις διαθέσεις και τους κανόνες δανεισμού των ξένων δανειστών της. Το κακό είναι ότι παρ’ όλα τα παθήματα συνεχίζει να υπάρχει παθητικό πολιτικής ευθιξίας ώστε να συναντήσουν οι υπεύθυνοι τον φυσικό τους δικαστή για τα διαχρονικά εγκλήματα τους ενάντια στον λαό και τον τόπο. Ωστόσο είμαι βέβαιος ότι σύντομα θα έλθει η ημέρα της κρίσης καθώς θα δοθεί η ευκαιρία στον Ελληνικό λαό να αποφασίσει σχετικά. Αποτελεί δε ένα είδος κωμικοτραγικής πολιτικής πραγματικότητας το εάν ο Έλληνας ψηφοφόρος αναμένει από την πλειοψηφία αυτών των ουσιαστικά υπόδικων καταχραστών της εμπιστοσύνης του και της εξουσίας, και οι οποίοι σήμερα με κροκοδείλια δάκρια προσπαθούν  ν α παρουσιαστούν οι αγωνιστές και ηρακλειδείς της τιμής και αξιοπρέπειας της χώρας και του λαού, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τους νεκροθάφτες αυτών των εθνικών αρετών. Το χειρότερο είναι ότι ενώ στο εσωτερικό, χάρις στις νομοθετικές πρόνοιες που έχουν λάβει, έχουν κατορθώσει να ξεφύγουν από την τσιμπίδα του εισαγγελέα, πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν το ίδιο και με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας, οι οποίοι όμως έχουν  χάσει κάθε ίχνος σεβασμού απέναντί τους. Και όμως, για άλλη μια φορά, το μεγάλο θύμα αυτής της καθόλα απαράδεκτης πραγματικότητας, ο Ελληνικό λαός καλείται να πληρώσει τα βάρη που εκείνοι τον δεσμεύουν, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η παραμικρή διαβεβαίωση ότι οι οικονομικές θυσίες στις οποίες των υποβάλουν δεν πρόκειται να χαθούν στην άβυσσο της κρατικής γραφειοκρατίας. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι μόλις πρόσφατα, η χώρα κιντύνευσε να βρεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας εξ αιτίας της άρνησης του πολιτικού κατεστημένου να δεχθεί την επιβολή των νέων επαχθών για τις λαϊκές τάξεις  μέτρων λιτότητας, το αμφιλεγόμενο ποσόν ανήρχετο στο ύψος των 350 εκατομμυρίων Ευρώ, παρ’ όλα αυτά δεν βρέθηκε ούτε ένας τους που να σταθεί όρθιος στο έδρανό του μέσα στο κοινοβούλιο και να προτείνει ότι τα σώμα των μελών του κοινοβουλίου, όλων των πολιτικών παρατάξεων να δεχθεί την μείωση του ποσού της βουλευτικής αποζημίωσης κατά το ήμισυ, έτσι ώστε με το ποσόν της παρακράτησης να ενισχυθούν τα έσοδα του δημοσίου θησαυροφυλακίου. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται από πουθενά, ενώ παράλληλα τα τρωκτικά που οδήγησαν τη χώρα στη εσχάτη βαθμίδα προ της χρεοκοπίας, εξακολουθούν να ροκανίζουν τα δανεικά τα οποία έχουν επιφορτίσει πάνω στον άμοιρο Ελληνικό λαό, αρνούμενοι την εφαρμογή οποιασδήποτε αλλαγής στο βυζαντινοπαθές κοινωνικό σύστημα, η οποία θα μπορούσε να ανανεώσει την Ελλάδα και να την βοηθήσει να αναδειχθεί σε μια σύγχρονη κοινότητα. Μια επιτροπεία, ως εκ τούτου, για την παρακολούθηση των δαπανών του προϋπολογισμού, δεν θα πρέπει να φοβίζει κανέναν και κυρίως τον Έλληνα φορολογούμενο, αντίθετα μάλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κάποιο είδος ασφάλειας από τις γνωστές πρακτικές του παρελθόντος, της άκρατης ασυδοσίας, σπατάλης και διασπάθισης. Η επιλογή αυτή θα μπορεί να γίνει με έναν επίτροπο φιλέλληνα ή και έναν απόδημο Έλληνα διεθνούς κύρους και υπόληψης, προκειμένου να αμβλυνθεί το αίσθημα της “υποταγής ή της κατοχής” που προτάσσουν οι υπεύθυνοι αυτής της κατάντιας πολιτικοί.

Πέραν τούτου όμως πιστεύω ότι είναι πλέον καιρός να εμπλακεί σε αυτό το τοπίο και ο πνευματικός και ακαδημαϊκός κόσμος της Ελλάδος. Είναι απαράδεκτη κάθε ολιγωρία και απουσία της φωνής του από αυτόν τον σοβαρό διάλογο. Πρόσφατα, πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδος μιλώντας σε συνέδριο των οικολόγων της Γερμανίας κατήγγειλε τη κυβέρνηση Παπανδρέου για το ότι δεν διαπραγματεύτηκε τους όρους του πρώτου δανεισμού με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας, με αποτέλεσμα την δημιουργία όλων των σημερινών δεινών και των ασφυκτικών πιέσεων της τρόικας πάνω στη χώρα. Φυσικά υπεύθυνος να απαντήσει στις κατηγορίες αυτές είναι ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος ωστόσο, με εκείνη τη προσφυγή του  έσωσε τη χώρα από βέβαιη χρεοκοπία. Από την πλευρά μου, ωστόσο, ως Έλληνας της διασποράς θα ήθελα να ρωτήσω τον ομιλητή τι έκανε εκείνος κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας του προς την κατεύθυνση πάταξης του πελατειακού κράτους  και της διαφθοράς τα οποία έμεινα αχαλίνωτα κατά την διάρκεια της δικής του πρωθυπουργίας. Αντί λοιπόν να παρουσιάζονται επικριτές οι κύριοι αυτοί, καλόν θα ήταν να έκαμναν απολογισμό των πεπραγμένων της θητείας τους, να απολογηθούν και να ζητήσουν συγνώμη από τον λαό που τόσο οικτρά πρόδωσαν και φόρτωσαν με δεινά. Αυτοί είναι και οι λόγοι που ο Έλληνας φορολογούμενος αισθάνεται σήμερα τόσο τρομοκρατημένος και κουρασμένος από αυτές τις ταλαιπωρίες και τις αηδιαστικές υπεκφυγές και απελπισμένος αναζητά κάποια λύτρωση από όπου και εάν προέλθει αυτή, είτε με τη μορφή Έλληνα, είτε φιλέλληνα, είτε Γερμανού ή Γάλλου, είτε και απόδημου, δεδομένου ότι η παρουσία του θα αποτελέσει διαβεβαίωση ότι για φορά επί τέλους τα κεφάλαια των δανείων θα διατεθούν για τους σκοπούς που έχουν επιτευχθεί. Η εικόνα της πρόσφατης κοινοβουλευτικής συνεδρίασης για την αποδοχή των άρθρων του πολυνομοσχεδίου της 25 του Γενάρη, 2012 θα παραμείνει στα χρονικά της νεώτερης ιστορίας του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, καθώς οι εθνοπατέρες άφησαν να διαφανεί ο πραγματικός τους εαυτός, το ότι δηλαδή δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από μια κοινή αγέλη χωρίς ενδιαφέρον για την πρόοδο του κράτους παρά μόνον για την ικανοποίηση των πελατειακών τους υποχρεώσεων.   Προφανώς δεν θέλουν να αντιληφθούν, λόγω μεγάλης μυωπίας ότι οι εταίροι της χώρας και ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος έχουν κουραστεί πλέον να τους βλέπει και να ακούει τα μεγάλα λόγια τους, χωρίς καμία διάθεση, όμως, εφαρμογής των όσων διατείνονται. Η στάση τους, ωστόσο, αυτή και η καθόλα πολιτική διαγωγή τους αποδεικνύουν άτομα νηπιακής δημοκρατικής ανάπτυξης όπου ο δάσκαλος, σήμερα επίτροπος, θα πρέπει να τους πάρει από το χέρι προκειμένου να τους κατευθύνει. Για μια ολόκληρη διετία τώρα, η παγκόσμια κοινότητα γίνεται θεατής μιας κατάστασης η οποία καθημερινά υποβιβάζει και ευτελίζει το Ελληνικό έθνος και κράτος, εξ αιτίας της απαράδεκτης συμπεριφοράς των εκλεγμένων εθνοπατέρων του κοινοβουλίου της Ελλάδος.  Είναι δε ενδεικτικό αυτής τους της νοοτροπίας το ότι φθάσαμε να ακούμε ηγέτες των χωρών της Ευρώπης να αναφέρονται στην Ελλάδα σαν “μοναδική περίπτωση”. Η δε άκρατος υποκριτική τους δεινότητα και το θράσος που τους χαρακτηρίζει, να επιρρίπτουν  σε άλλους τις δικές τους ευθύνες, θα παραμείνει στις καλένδες της διαχρονικής ιστορίας των μεγάλων δημαγωγών της Ελλάδος. Εάν είναι αλήθεια ότι πράγματι ενδιαφέρονται για το καλό του Ελληνικού λαού και κράτους, καιρός είναι να ζητήσουν συγνώμη για τα δεινά που επισώρευσαν πάνω στους πολίτες και αμέσως μετά να αποσυρθούν στα σπίτια τους  δίδοντας έτσι την ευκαιρία για την δημιουργία μιας νέας γενιάς ηγεσίας. Μιας ηγεσίας απαλλαγμένης των τρομερών αμαρτημάτων της παρούσας. Αυτή θα είναι προφανώς και η τελευταία προσφορά την οποία θα έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν για την σωτηρία, την αξιοπρέπεια και τη τιμή ολόκληρου του Ελληνικού έθνους στην υπόθεση της προόδου και εκσυγχρονισμού του κράτους.  

Ο Γιώργος Ηλία Διαμαντόπουλος είναι οικονομολόγος με ειδίκευση  στο τραπεζικό και εφοπλιστικό τομέα.