|
|
Δημήτρης
Δίπλαρος: Το πέσιμο ενός παλικαριού.
Του Θωμά Στεφ. Σάρα Ήταν
μια πραγματικά στενάχωρη μέρα, εκείνη
της Παρασκευής της 12ης του
Δεκέμβρη. Το κτίριο που στεγάζει το ναό
της Μεταμόρφωσης ήταν κατάμεστο από
πλήθος ανθρώπων, όχι απαραίτητα
ελληνορθόδοξων, ούτε καν πιστών του
χριστιανικού δόγματος. Στα πρόσωπα όλων
ωστόσο υπήρχε ζωγραφισμένο ένα κοινό
χαρακτηριστικό, ήταν εκείνο της θλίψης
και του πόνου. Ήταν η ώρα της νεκρώσιμης
θρησκευτικής τελετής της κηδείας του
ομογενούς οπλίτη, μέλους των ενόπλων
δυνάμεων του Καναδά, ο οποίος υπήρξε ένα
από τα τρία θύματα που προκάλεσε έκρηξη
νάρκης, κατά την διάρκεια της
καθημερινής τους περιπολίας στους
δρόμους του Κανταχάρ, στο Αφγανιστάν. Ο
Δημήτρης Δίπλαρος, σύμφωνα με τα δελτία
ειδήσεων, ήταν ένα πραγματικό παλικάρι,
γεμάτο ενθουσιασμό και αγάπη για τη ζωή.
Το στρατό τον αγαπούσε, πίστευε ότι τον
έκφραζε. Του πρόσφερε την ευκαιρία να
απλώσει τις φτερούγες της θέλησης του
και να πετάξει πάνω από τόπους και μέρη
που οι άνθρωποι είχαν
ανάγκη από βοήθεια, σε γωνιές της γης
όπου η περιφρόνηση στην αξιοπρέπεια του
ατόμου και πολίτη ήταν τόσο έντονη, που
άξιζε την αναληθή των προσωπικών
κινδύνων, προκειμένου να απλώσει κανείς
χέρι βοήθειας στους τόσο κουρασμένους
και ταλαιπωρημένους πολίτες κάποιας
γωνιάς της παγκόσμιας κοινότητας. Δεν
είχα την τύχη και ούτε την τιμή να
γνωρίσω προσωπικά αυτό το ωραίο παιδί με
την μεγάλη καρδιά και την απέραντη αγάπη
και εμπιστοσύνη του στον άνθρωπο, για να
του σφίξω το δυνατό χέρι. Ωστόσο είμαι
βέβαιος ότι μέσα στα στήθη του νεαρού
πολεμιστή κτυπούσε μια καρδιά παρόμοια
με εκείνες που διέκριναν τους προγόνους
του στην μακραίωνη ιστορία μας ως λαού
και ως έθνους. Την αγάπη για την
ελευθερία, την αξιοπρέπεια και το
δικαίωμα του κάθε πολίτη για μια
ειρηνική και ανθρώπινη ζωή. Και δεν
είναι μόνον οι ηλώσεις του πατέρα
Δίπλαρου, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης
που με πείθουν για αυτές τις αρετές του
παλικαριού. Στην πορεία του χρόνου,
αρκετές φορές είχα την τύχη να βρεθώ στα
διάφορα μέτωπα και τόπους συγκρούσεων
και να γνωρίσω από κοντά αυτά τα νεαρά
παιδιά με το μεγάλο πνεύμα και την
ατσάλινη θέληση. Σε
μια επίσκεψη μου στη Βοσνία περί τα τέλη
της δεκαετίας του 1990, συνάντησα σε
κάποια γωνιά της κατεστραμμένης γης ένα
λεβέντη γιομάτη ζωή και ενθουσιασμό.
Ήλθε μαζί με μια ομάδα συντρόφων του να
μου συστηθεί. “Ονομάζομαι”, μου δήλωσε,
“Καρύγιαννης, και κατάγομαι από το
Μόντρεαλ”. Κατενθουσιάστηκα. Έχεις
κάποια συγγένεια με τον πολιτικό τον
Δημήτρη Καρύγιαννη, τον ρώτησα. Η
απάντησή του ήταν αρνητική, απλή
συνωνυμία μου δήλωσε. Για μας τους
ελληνικής καταγωγής πολίτες, πρόσθεσα,
μπορεί να υπάρχει η πιθανότητα κάποιας
συνωνυμίας, πλην
όμως μας ενώνουν πάντοτε οι κοινοί
οραματισμοί και τα ιδανικά, η αγάπη για
την ελεύθερη ζωή και ο σεβασμός στον
άνθρωπο. Συμφώνησε μαζί μου. Στις ώρες
που ακολούθησαν είχαμε την ευκαιρία να
ανταλλάξουμε σκέψεις και να ακούσω και
να μάθω πολλά σχετικά με τις καθημερινές
ρουτίνες του στρατιώτη, φύλακα της
περιοχής. Χρόνια αργότερα, ωστόσο,
ξαφνικά πληροφορήθηκα ότι ο νέος
εκείνος άνδρας, με την μεγάλη καρδιά, με
τα όνειρα, τις φιλοδοξίες, την άσβεστη
αγάπη του για τον άνθρωπό και τον
σεβασμό του στην δημοκρατία και την
ειρήνη, έπεσε ένα πρωινό κατά την
διάρκεια της “λαμπαδοφορίας του” για
την προστασία των δικαιωμάτων του πολύ
ταλαιπωρημένου λαού του Αφγανιστάν. Αναφέρθηκα
σε αυτό το περιστατικό σήμερα, επειδή
πιστεύω ότι και στις δύο νεανικές
καρδιές, έκαιγε η φλόγα των ίδίων
ιδανικών, ο έρωτας της ελευθερίας και η
αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Ένα
παλικάρι 24 ετών
ο Δημήτρης Δίπλαρος, ενσάρκωσε με τη
προσωπική του θυσία τα ιδανικά ενός
ολόκληρου λαού, του δικού του λαού, όπως
ακριβώς έγινε προηγουμένως με τον
Καρύγιαννη. Διχασμένες οι γνώμες των
μετρημένων ομογενών οι οποίοι θεώρησαν
καθήκον τους να αποδώσουν τιμές στην
ιερή μνήμη του νεαρού ομογενούς ο οποίος
με τη προσωπική του θυσία, μπήκε στο
πάνθεο των αθανάτων της φυλής. Ορισμένοι
εκφραζόταν ανοικτά ενάντια στη πολιτική
της συμμετοχής του Καναδά στις
πολεμικές επιχειρήσεις του Αφγανιστάν.
Άλλοι πάλι, μεταξύ των οποίων και ο
Μητροπολίτης της ελληνορθόδοξης
εκκλησίας του Καναδά, απλώς προτίμησαν
να αποδώσουν τις ευθύνες στην πολιτική
ηγεσία και την κυβέρνηση της χώρας.
Σεβαστή η γνώμη και των δύο. Η μόνη
διαφορά μεταξύ των παλικαριών που
έπεσαν και εκείνων που σχολίαζαν το χαμό
τους είναι, ότι
οι πρώτοι διακρίνονταν για τον
οραματισμό τους, την αγάπη τους στον
άνθρωπο και τη πίστη τους στο δικαίωμα
όλων για μια ζωή ελεύθερη και αξιοπρεπή.
“Πως μπορώ να μην πιστεύω σε αυτό που
κάνω”, μου είχε πει κατά την διάρκεια
της συνάντησης μας ο Καρύγιαννης, “μπορείς
να μείνεις αδιάφορος μπροστά στο δράμα
αυτό της καμένης γης και των
εγκαταλελειμμένων σπιτιών”, και μου
έδειξε τα ορφανεμένα από τους κατοίκους
τους χωριά που ήταν μπροστά μας. Αλλά
όμως αυτή ήταν και συνεχίζει να
παραμένει η μοίρα εκείνων που η φύση
τους έδωσε το δώρο της μεγάλης καρδιάς
και της αγάπης για τον άνθρωπο. “Ανδρών
επιφανών, πάσα γη τάφος”,
μέσα από τα βάθη της ιστορίας της
φυλής, αυτό έρχονται να μας
διαβεβαιώσουν τα λόγια του μεγάλου
Περικλή των Αθηνών. Αυτό ακριβώς είναι
και το πνεύμα της θυσίας των δύο
ομογενών, οι οποίοι δεν δίστασαν να
δώσουν το παρόν σε μια νέα εκστρατεία,
την δεύτερη μετά από εκείνην του
Αλέξανδρου του Φιλίππου και των Ελλήνων
της εποχής του. Είναι σκέψεις που δεν
μπορείς να τις εκφράσεις, είναι λόγια
που αδυνατούν να τα αντιληφθούν οι
πολλοί, η ουσία πάντως παραμένει η ίδια.
Πάνω στο βωμό της ιερής θυσίας των δύο
παλικαριών, η ομογένεια έχει θεμελιώσει
τα δικά της ιερά. Τα δικαιώματά της στα
κοινά, στην καθημερινότητα, και θα
στεριώσει περήφανη τα δικά της
θυσιαστήρια πάνω στον φόρο αίματος που
δεν δίστασαν να προσφέρουν ο Δημήτρης
Δίπλαρος, όπως προηγουμένως ο Καρύγιαννης. Ακούγεται
σαν απόσπασμα των έργων του μεγάλου
Καζαντζάκη. Τα λόγια του σαν να ηχούν στα
αυτιά μου: “εδώ σε τούτη τη μεριά θα
στήσουμε την πόρτα για να περνά ο Aϊ
Γιώργης”. Πάνω
στα κόκαλα τα ιερά των δύο παιδιών μας,
σήμερα σκύβουμε ευλαβικά τη μνήμη. Πέρα
δε από τα από καρδιάς συλληπητήρια,στους
πονεμένους, τους απελπισμένους από το
μεγάλο χαμό γονείς, θα θέλαμε να
ευχηθούμε από τα βάθη της ψυχής μας τη
παρηγοριά του χρόνου. Ας είναι αιωνία η
μνήμη τους και η θυσία τους φλόγα
άσβεστη και φάρος ιδανικών στις ψυχές
των παιδιών μας. |